Σάββατο 29 Ιουνίου 2019

ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ Διακήρυξη Για Τις Εθνικές Εκλογές Στις 7 Ιουλίου

Στο κομμουνιστικό κίνημα η ελπίδα
Στην επανάσταση η λύση

Η εκλογική μάχη της 7ης Ιουλίου ολοκληρώνει τον πολιτικό κύκλο που άνοιξε με την εκλογή του ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση, το 2015, και κλείνει πολιτικά την πρώτη περίοδο της κρίσης που άνοιξε το 2010. Μέσα στην περίοδο αυτή καταστράφηκε το άλλοτε ηγεμονικό κόμμα του αστικού κομματικού συστήματος, το ΠΑΣΟΚ, ενώ και η Νέα Δημοκρατία κινδύνεψε με διάλυση, καθώς η επιρροή της έφτασε σε ιστορικά χαμηλά. Οι αστικές κομματικές δυνάμεις κατάφεραν τελικά να ανακάμψουν και να ανακτήσουν μέρος της επιρροής τους, χάρη στην αδράνεια που επέδειξε η κομμουνιστική Αριστερά και στην υποταγή του ΣΥΡΙΖΑ. Οι δυνάμεις της Αριστεράς βγαίνουν από την περίοδο με συρρικνωμένες τις δυνάμεις τους και με τμήμα τους να έχει προσχωρήσει ανοιχτά στο στρατόπεδο του αντιπάλου. Η υποταγή του ΣΥΡΙΖΑ στο μνημονιακό πλαίσιο, ήταν άλλωστε που έδωσε ισχυρό πλεονέκτημα στη Νέα Δημοκρατία, όπως φάνηκε από τη νίκη της στις ευρωεκλογές της 26ης Μάη.

Η κυβέρνηση που θα εκλεγεί στις επόμενες εκλογές δεσμεύεται από το μνημόνιο. Πρόγραμμα της επόμενης κυβέρνησης –όποια κι αν είναι αυτή– είναι το μνημονιακό πρόγραμμα. Οι όποιες υποσχέσεις δίνονται προεκλογικά είναι “στον αέρα” αν δεν συμφωνήσουν και οι δανειστές (π.χ. η διατήρηση του αφορολόγητου που υπόσχονται και τα δύο κόμματα). Η προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ να πείσει ότι έχει ριζικά διαφορετικό πρόγραμμα από τη ΝΔ δεν βασίζεται σε κάποιο άλλο πρόγραμμα, αλλά στην πρόθεσή του να εφαρμόσει το δεδομένο κυβερνητικό πρόγραμμα με πιο “φιλολαϊκό” τρόπο. Καθώς και στη δηλωμένη υποστήριξη της ΝΔ στο μνημονιακό πρόγραμμα και στη ζέση της να το εφαρμόσει απαρέγκλιτα χωρίς “τύψεις συνείδησης” και χωρίς καθυστερήσεις.

Οι διαφορές στην πολιτική των κομμάτων που διεκδικούν την κυβέρνηση μπορεί να είναι ασήμαντες, αλλά γίνονται σημαντικές για ένα μεγάλο τμήμα της εργατικής τάξης, λόγω της έλλειψης άλλης προοπτικής εκτός του μνημονιακού πλαισίου, εξαιτίας της ανυπαρξίας πολιτικής πρότασης της Αριστεράς στον αντίποδα των μνημονίων, η οποία εμφανίζεται σε αυτές τις εκλογές χωρίς επιχειρήματα.

Σ’ αυτή την εκλογική μάχη, ακριβώς επειδή κλείνει τον πρώτο μνημονιακό κύκλο που άνοιξε το 2010, οι πολιτικές δυνάμεις κρίνονται όχι με βάση το τι λένε ή είπαν, αλλά με βάση το τι έκαναν. Αυτό ακριβώς καταδικάζει την Αριστερά σε περαιτέρω συρρίκνωση και λεηλασία από τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και από το ΜΕΡΑ25.

Η μνημονιακή πολιτική είναι από το 2010 μέχρι και σήμερα η μοναδική δυνατή πολιτική για τον ελληνικό καπιταλισμό και γι’ αυτό η ανατροπή του μνημονιακού καθεστώτος μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο με επανάσταση. Κατά τη διάρκεια της μνημονιακής 9ετίας εμφανίστηκε η επαναστατική δυνατότητα δύο φορές:
  • στον παλλαϊκό ξεσηκωμό του 2011, όταν το απεργιακό κίνημα κορυφώθηκε γκρεμίζοντας την τότε κυβέρνηση, και
  • μετά το δημοψήφισμα του 2015 και τη συντριπτική νίκη του ΟΧΙ το οποίο –όπως καλά καταλάβαιναν οι κεφαλαιοκράτες και το πολιτικό τους προσωπικό– δημιουργούσε συνθήκες γενικευμένης σύγκρουσης και μπορούσε να δικαιωθεί μόνο με την επαναστατική ανατροπή της αστικής εξουσίας.

Οι δυνάμεις της Αριστεράς και στις δύο αυτές περιπτώσεις έκριναν ότι ο λαός ήταν ανώριμος για την επανάσταση. Όσο επιμένουν στη θέση τους αυτή, προπαγανδίζοντας το αδύνατο της επανάστασης, βυθίζονται ακόμα περισσότερο στο βούρκο της ανυποληψίας και στέλνουν την εκλογική τους επιρροή στον ΣΥΡΙΖΑ, καθώς σε τελική ανάλυση τον δικαιώνουν: αν ο λαός ήταν ανώριμος και δεν μπορούσε να γίνει επαναστατική σύγκρουση, η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ για “φιλολαϊκή” διαχείριση του μνημονίου ήταν και παραμένει η μοναδική λύση.

Οι ταξικές αντιθέσεις είναι ανειρήνευτες και αυτό το γνωρίζουν καλά οι κεφαλαιοκράτες. Γνωρίζουν επίσης ότι όσο ο νεκροθάφτης τους –η εργατική τάξη– μεγαλώνει σε αριθμούς και γίνεται πιο ισχυρός αριθμητικά, τόσο πιο δύσκολη γίνεται η πολιτική συμμαχιών με τμήματα της εργατικής τάξης. Έτσι, για να διατηρήσουν την εξουσία τους πρέπει να αποδυναμώσουν την εργατική τάξη αποδυναμώνοντας τις οργανώσεις της και γι’ αυτό είναι κρίσιμο το να επεμβαίνουν σε αυτές, να αποπροσανατολίζουν και να διασπάνε τους εργαζόμενους. Και σε αυτές τις εκλογές θα αποτυπωθεί η επιτυχία της αστικής πολιτικής. Η σύγκριση με το 2015 είναι συντριπτική. Η εργατική τάξη που στο δημοψήφισμα έδειξε έτοιμη για σύγκρουση και στοιχήθηκε πίσω από το ΟΧΙ στους δανειστές και την αστική τάξη δείχνοντας τη δύναμή της, είναι σήμερα διασκορπισμένη, απογοητευμένη και διασπασμένη. Η αντίθεση της εργατικής τάξης στη μνημονιακή πολιτική, δεν μπορεί να εκφραστεί μέσω κάποιου φορέα και θα διαχυθεί είτε στην Αριστερά είτε στο λευκό, το άκυρο και την αποχή είτε σε άλλα αντιμνημονιακά σχήματα.

Με βάση την παρουσία των πολιτικών δυνάμεων θα έχουμε σίγουρα μια μνημονιακή κυβέρνηση και αποδυνάμωση της Αριστεράς. Ωστόσο, την επόμενη μέρα των εκλογών, θα μετρήσουμε –όπως και να έχει– ένα σημαντικό και ίσως πλειοψηφικό τμήμα του εκλογικού σώματος που θα στέκεται απέναντι στο σκηνικό κυριαρχίας των μνημονιακών δυνάμεων και απέναντι στους φασίστες, έχοντας επιλέξει την ψήφο διαμαρτυρίας στην κομμουνιστική Αριστερά και σε άλλα αντιμνημονιακά σχήματα, την αποχή, το λευκό ή το άκυρο. Η επόμενη μνημονιακή κυβέρνηση θα είναι μειοψηφία στο λαό.

Επιδιώκουμε η εργατική τάξη να τους δυσκολέψει όσο περισσότερο μπορεί με την ψήφο της. Να είναι μειοψηφία στο λαό η κυβέρνηση, αλλά και η κοινοβουλευτική μνημονιακή πλειοψηφία μαζί με τους φασίστες. Προκρίνουμε τη στήριξη στα ψηφοδέλτια της κομμουνιστικής Αριστεράς, έχοντας πλήρη γνώση ότι κανένα από αυτά δεν μπορεί να συμβάλει στην συγκρότηση της εργατικής επαναστατικής πολιτικής δύναμης που να μπορεί να διεκδικήσει την εξουσία, συμπέρασμα που προκύπτει από τη στάση τους πριν και –κυρίως– κατά τη διάρκεια της κρίσης, μέχρι και σήμερα.


Οι δυνάμεις που διεκδικούν ψήφο από την πλευρά της κομμουνιστικής Αριστεράς κινήθηκαν ολόκληρη τη μνημονιακή 9ετία με τη λανθασμένη θέση ότι οι αγώνες μπορούν να ανατρέψουν τα μνημόνια. Η αντιλαϊκή πολιτική που συμπυκνώθηκε στον όρο “μνημόνιο” μπορούσε να αποκρουστεί μόνο με την κατάκτηση της εξουσίας από την εργατική τάξη και την ανατροπή της αστικής εξουσίας. Όμως με την τακτική που κυριάρχησε στο χώρο της Αριστεράς, ούτε η αστική εξουσία ανατράπηκε, ούτε η αντιλαϊκή πολιτική αποκρούστηκε. Η κομμουνιστική Αριστερά απέφυγε συστηματικά να θέσει ζήτημα διεκδίκησης της εξουσίας και απέτυχε να αναγνώσει την ευκαιρία που δημιουργήθηκε τόσο με την επαναστατική κατάσταση που διαμορφώθηκε στα τέλη του 2011, όσο και μετά το δημοψήφισμα. Σήμερα, οι δυνάμεις που έχουν αναφορά στην κομμουνιστική Αριστερά, κάνουν εκλογική καμπάνια για την “επόμενη μέρα” τονίζοντας την ανάγκη να υπάρχει αποτελεσματική αντιπολίτευση. Πόσο αποτελεσματικές ήταν όμως οι ίδιες αυτές δυνάμεις στο ρόλο της αντιπολίτευσης από το 2010 μέχρι σήμερα, όταν ισοπεδώθηκαν μισθοί, συντάξεις, κοινωνικές δαπάνες και εργασιακά δικαιώματα;

Όσο μας αφορά, προσπαθήσαμε, ανεπιτυχώς, να αναδείξουμε τα καθήκοντα που προέκυψαν ολόκληρη την προηγούμενη περίοδο για τους κομμουνιστές και την Αριστερά, με την έναρξη της καπιταλιστικής κρίσης, και να αξιοποιήσουμε την ευκαιρία που δημιούργησε η ίδια η καπιταλιστική κρίση. Συμβάλαμε καθοριστικά στη δημιουργία του λεγόμενου μεταβατικού προγράμματος, προβάλλοντάς το, στηρίζοντας και ξεκαθαρίζοντας τον χαρακτήρα του, που δεν ήταν άλλος από αυτόν του προγράμματος εξουσίας. Σε αυτή τη βάση επεξεργαστήκαμε και καταθέσαμε σε όλες τις δυνάμεις της Αριστεράς την πρόταση εξουσίας που συμπυκνώθηκε στο σύνθημα δράσης «εργατική κυβέρνηση». Δεν καταφέραμε να συγκεντρώσουμε δυνάμεις σε αυτήν την κατεύθυνση, δεν καταφέραμε να υιοθετηθεί και να στηριχτεί από άλλες δυνάμεις μια τέτοια πρόταση. Σε αυτή μας την αδυναμία εντοπίζουμε τις κύριες και βασικές ευθύνες μας.

Σε σχέση με τις δυνάμεις που ρίχνονται στην εκλογική μάχη, αισθανόμαστε την υποχρέωση να σχολιάσουμε ιδιαίτερα την παρουσία της Λαϊκής Ενότητας, καθώς συμμετείχαμε στο εγχείρημα από την ίδρυσή του μέχρι το Γενάρη του 2017. Η εκτίμηση που διατυπώσαμε μετά την 1η Συνδιάσκεψη του εγχειρήματος και την καταψήφιση των θέσεων που από κοινού με άλλους συντρόφους είχαμε καταθέσει με το κείμενο με τίτλο “Η εργατική απάντηση στην κρίση και το μνημονιακό καθεστώς” ήταν η εξής: “Η επικύρωση της μέχρι σήμερα δημόσιας παρουσίας της ΛΑΕ, με την υπερψήφιση των θέσεων του προσωρινού Πολιτικού Συμβουλίου, εκτιμάμε ότι θα οδηγήσει σε συνέχιση της αποδιάρθρωσης του εγχειρήματος.” [...] “Το σύνολο των τάσεων της ηγετικής ομάδας της ΛΑΕ (Αριστερό Ρεύμα, ΔΕΑ, ΑΡΑΝ, Παρέμβαση, ΑΡΑΣ, ΑΡΚ, ΔΗΚΚΙ) στοιχήθηκε πίσω από το κείμενο των Θέσεων του προσωρινού ΠΣ και την Πολιτική Απόφαση που βασιζόταν σε αυτές τις Θέσεις. Οι δυνάμεις αυτές αναλαμβάνουν την ευθύνη για την πορεία του εγχειρήματος.” [...] “Στις συνθήκες που έχει διαμορφώσει η ταξική πάλη αυτήν τη στιγμή στη Ελλάδα, μια τέτοια γραμμή δεν έχει έδαφος για να προσελκύσει πλατιά εργατικά στρώματα.”

Στο κομμουνιστικό κίνημα η ελπίδα

Στην επανάσταση η λύση

Η οικονομική και πολιτική σταθεροποίηση του ελληνικού καπιταλισμού είναι προσωρινή. Πέρα από το ότι το ζήτημα του δημόσιου χρέους λύθηκε μόνο προσωρινά και θα επανέλθει στο προσκήνιο μέσα στην επόμενη 5ετία, οι διεθνείς οικονομικές εξελίξεις δείχνουν ότι η παγκόσμια οικονομία βρίσκεται μπροστά στον κίνδυνο υποτροπής της κρίσης, εξέλιξη που θα αντιστρέψει κι αυτήν την αναιμική ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας. Ταυτόχρονα, ο ενδο-ιμπεριαλιστικός ανταγωνισμός οξύνεται, οι περιφερειακές πολεμικές συγκρούσεις που ξεκίνησαν τα χρόνια της κρίσης συνεχίζονται και προστίθενται και καινούργιες, ενώ η διαπάλη για τους ενεργειακούς πόρους επωάζει μια ελληνοτουρκική κρίση.

Όλες οι εξελίξεις δείχνουν ότι η νίκη της αστικής τάξης δεν συνεπάγεται μια μακρά περίοδο ειρήνης και σταθερότητας, αλλά νέα δεινά για την εργατική τάξη, τον εργαζόμενο λαό και τα φτωχά λαϊκά στρώματα. Εκτιμάμε ότι το ζήτημα της εξουσίας θα επανέλθει σύντομα στο προσκήνιο και οι κομμουνιστές πρέπει να ετοιμαστούν για το νέο γύρο σύγκρουσης.
Απέναντι στο μνημονιακό πλαίσιο που αποτελεί μονόδρομο για την αστική τάξη, πρέπει να αντιτάξουμε τον εργατικό μονόδρομο που είναι η ανατροπή του μνημονιακού καθεστώτος και η εφαρμογή του εργατικού προγράμματος που έχει σαν λυδία λίθο τη μονομερή διαγραφή του δημόσιου χρέους. Η διαγραφή του χρέους δεν είναι κάποιο συνδικαλιστικό αίτημα και δεν μπορεί να κατακτηθεί “από το κίνημα” και τους αγώνες. Θα αποτελέσει ένα κολοσσιαίας σημασίας γεγονός προκαλώντας ένα ντόμινο εξελίξεων και οδηγώντας στην απαλλοτρίωση της κεφαλαιοκρατικής ιδιοκτησίας και στην έξοδο της χώρας από την ΕΕ και το ΝΑΤΟ.

Οι επαναστατικές πολιτικές δυνάμεις και οι ανένταχτοι κομμουνιστές που κατανοούν ότι η εφαρμογή αυτού του προγράμματος είναι η μοναδική εργατική απάντηση στην κρίση και ότι ένα τέτοιο πρόγραμμα μπορεί να εφαρμοστεί μόνο από θέση εξουσίας, καλούνται σήμερα να δράσουν από κοινού και να ανατρέψουν το δυσμενή συσχετισμό στο εσωτερικό της κομμουνιστικής Αριστεράς. Καλούνται επίσης να παρέμβουν στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα για τη μαζικοποίησή του με την πολιτική του ενιαίου μετώπου, διαφυλάσσοντας την οργανωτική του ενότητα και την ενότητα δράση της εργατικής τάξης στη βάση των προβλημάτων, παλεύοντας παράλληλα για μια ΓΣΕΕ «εκτός πάσης αστικής επιρροής». Να ανατρέψουν την κυριαρχία των δυνάμεων του οπορτουνισμού και του σεχταρισμού που θεωρούν ότι “οι αγώνες μπορούν να ανατρέψουν τα μνημόνια”, που δεν μπορούν να σκεφτούν τίποτα παραπέρα απο “την ανάπτυξη των αγώνων” και που περιμένουν από το κίνημα, γενικά, να διεκδικήσει με κάποιο μαγικό τρόπο την εξουσία απαλλάσσοντάς τες από αυτό το βαρύ καθήκον.

Η αλλαγή αυτού του συσχετισμού είναι προϋπόθεση για τη συγκρότηση μιας αξιόμαχης πολιτικής δύναμης που να μπορεί να απαντήσει στην καπιταλιστική κρίση με επαναστατικό τρόπο από τη σκοπιά της εργατικής τάξης. Είναι προϋπόθεση για να μην μετρήσουμε άλλες χαμένες ευκαιρίες και νέες ήττες.

23 Ιούνη 2019, 
Η Πολιτική Επιτροπή της κομμουνιστικής οργάνωσης ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου