Τρίτη 8 Νοεμβρίου 2016

Για Μια Στρατηγική Υπέρ Της Εργασίας Μέσα Στην Κρίση / του Γ. Μηλιού

Η παρέμβαση του Γιάννη Μηλιού, στο Διεθνές Τριήμερο που διοργάνωσε το Rproject, στη συζήτηση "Η Ευρώπη σε κρίση".

1. Λι­τό­τη­τα

Η λι­τό­τη­τα δεν είναι ούτε «εσφαλ­μέ­νη», ούτε «ορθή» πο­λι­τι­κή. Στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα απο­τε­λεί την πο­λι­τι­κή που προ­ω­θεί τα (οι­κο­νο­μι­κά, κοι­νω­νι­κά, πο­λι­τι­κά) συμ­φέ­ρο­ντα της άρ­χου­σας τάξης και των εύ­πο­ρων επι­χει­ρη­μα­τι­κών στρω­μά­των σε όλες τις κα­πι­τα­λι­στι­κές χώρες.

Οι οι­κο­νο­μι­κές κρί­σεις εκ­δη­λώ­νο­νται όχι μόνο με την έλ­λει­ψη ενερ­γού ζή­τη­σης, αλλά κυ­ρί­ως με τη μεί­ω­ση της κερ­δο­φο­ρί­ας του επι­χει­ρη­μα­τι­κού (κα­πι­τα­λι­στι­κού) κό­σμου. Η λι­τό­τη­τα απο­τε­λεί μια στρα­τη­γι­κή για την αύ­ξη­ση και πάλι του πο­σο­στού κέρ­δους του κε­φα­λαί­ου.

Η λι­τό­τη­τα απο­τε­λεί τον ακρο­γω­νιαίο λίθο του νε­ο­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμού. Στην επι­φά­νεια, λει­τουρ­γεί ως στρα­τη­γι­κή για τη μεί­ω­ση του επι­χει­ρη­μα­τι­κού κό­στους: Μειώ­νει το κό­στος ερ­γα­σί­ας του ιδιω­τι­κού τομέα, αυ­ξά­νει τα κέρδη ανά μο­νά­δα κό­στους (ερ­γα­σί­ας) και ως εκ τού­του αυ­ξά­νει το πο­σο­στό κέρ­δους. Συ­μπλη­ρώ­νε­ται από την οι­κο­νο­μία στη χρήση «υλι­κού κε­φα­λαί­ου» (μια ακόμα πο­λι­τι­κή «συρ­ρί­κνω­σης της ζή­τη­σης»!) και από θε­σμι­κές αλ­λα­γές που ενι­σχύ­ουν αφε­νός την κι­νη­τι­κό­τη­τα και τον αντα­γω­νι­σμό των κε­φα­λαί­ων και αφε­τέ­ρου την ισχύ των διευ­θυ­ντών στο εσω­τε­ρι­κό της επι­χεί­ρη­σης και των κα­τό­χων χρη­μα­το­πι­στω­τι­κών τί­τλων στο εσω­τε­ρι­κό της κοι­νω­νί­ας. Ακού­γε­ται, λοι­πόν, πα­ρά­λο­γο να καλεί κά­ποιος την τάξη των κα­πι­τα­λι­στών, να προ­σφέ­ρουν χρή­μα­τα στους ερ­γα­ζο­μέ­νους τους, ώστε να μπο­ρούν αυτοί στη συ­νέ­χεια να αγο­ρά­ζουν πε­ρισ­σό­τε­ρα από τα προ­ϊ­ό­ντα τους!
Όσον αφορά τη λε­γό­με­νη «δη­μο­σιο­νο­μι­κή εξυ­γί­αν­ση», η λι­τό­τη­τα δίνει προ­τε­ραιό­τη­τα στις πε­ρι­κο­πές των δη­μο­σί­ων δα­πα­νών. Αυτό επι­φέ­ρει συρ­ρί­κνω­ση του κρά­τους πρό­νοιας, δη­λα­δή μεί­ω­ση του έμ­με­σου μι­σθού των ερ­γα­ζο­μέ­νων, με πα­ράλ­λη­λη μεί­ω­ση των φόρων επί του κε­φα­λαί­ου, αλλά και στα­δια­κή μεί­ω­ση της όποιας προ­ο­δευ­τι­κό­τη­τας στον φόρο ει­σο­δή­μα­τος.

Όμως, ό,τι απο­τε­λεί (ερ­γα­σια­κό) κό­στος για το κε­φά­λαιο, συ­νι­στά το ει­σό­δη­μα για την κοι­νω­νι­κή πλειο­ψη­φία των μι­σθω­τών ερ­γα­ζο­μέ­νων, δη­λα­δή ζή­τη­μα δια­τή­ρη­σης ορι­σμέ­νου βιο­τι­κού επι­πέ­δου. Αυτό αφορά και το κοι­νω­νι­κό κρά­τος, οι υπη­ρε­σί­ες του οποί­ου συ­νι­στούν ση­μα­ντι­κή μορφή έμ­με­σου, «κοι­νω­νι­κού μι­σθού».

Μα­κρο­πρό­θε­σμος στό­χος της λι­τό­τη­τας είναι να δια­μορ­φώ­σει και να επι­βά­λει ένα μο­ντέ­λο ερ­γα­σια­κών σχέ­σε­ων με συρ­ρι­κνω­μέ­να δι­καιώ­μα­τα και λι­γό­τε­ρες κοι­νω­νι­κές πα­ρο­χές για τους ερ­γα­ζό­με­νους, με χα­μη­λό­τε­ρους και «ευ­έ­λι­κτους» μι­σθούς και με εκ­μη­δέ­νι­ση της δια­πραγ­μα­τευ­τι­κής δύ­να­μης των μι­σθω­τών απέ­να­ντι στους ερ­γο­δό­τες και τις ορ­γα­νώ­σεις τους.
Το λε­γό­με­νο «ευ­ρω­παϊ­κό κοι­νω­νι­κό μο­ντέ­λο» απο­τε­λεί, ιδίως μετά την κρίση του 2008, τρο­χο­πέ­δη για την απο­κα­τά­στα­ση και αύ­ξη­ση της κερ­δο­φο­ρί­ας του κε­φα­λαί­ου. Οι κυ­ρί­αρ­χες τά­ξεις και οι πο­λι­τι­κές ελίτ σε όλες τις ευ­ρω­παϊ­κές χώρες έχουν συ­νο­μο­λο­γή­σει να το κα­τε­δα­φί­σουν.

Η λι­τό­τη­τα οδη­γεί βε­βαί­ως σε οι­κο­νο­μι­κή ύφεση. Αλλά η ύφεση ασκεί πίεση σε κάθε ιδιώ­τη επι­χει­ρη­μα­τία, τόσο στον κα­πι­τα­λι­στή όσο και στον μι­κρο­ε­πι­χει­ρη­μα­τία, στην κα­τεύ­θυν­ση μεί­ω­σης όλων των δα­πα­νών του. Ωθεί­ται στο να επι­διώ­ξει την εξα­γω­γή πε­ρισ­σό­τε­ρης από­λυ­της υπε­ρα­ξί­ας, δη­λα­δή να επι­χει­ρή­σει να πα­γιώ­σει υψηλά πο­σο­στά κέρ­δους μέσα από τη μεί­ω­ση των μι­σθών, την εντα­τι­κο­ποί­η­ση της ερ­γα­σια­κής δια­δι­κα­σί­ας, ακόμα και την πα­ρα­βί­α­ση ερ­γα­σια­κών κα­νο­νι­σμών και την κα­τα­πά­τη­ση των δι­καιω­μά­των των ερ­γα­ζο­μέ­νων κλπ.

Στην προ­ο­πτι­κή των συμ­φε­ρό­ντων του με­γά­λου κε­φα­λαί­ου, η ύφεση επι­τρέ­πει να τεθεί σε κί­νη­ση μια «δια­δι­κα­σία δη­μιουρ­γι­κής κα­τα­στρο­φής». Πρό­κει­ται για την ανα­δια­νο­μή του ει­σο­δή­μα­τος και της εξου­σί­ας προς όφε­λος του κε­φα­λαί­ου με πα­ράλ­λη­λη συ­γκέ­ντρω­ση πλού­του. Μι­κρές και με­σαί­ου με­γέ­θους επι­χει­ρή­σεις, ιδίως στο λια­νι­κό εμπό­ριο, «εκ­κα­θα­ρί­ζο­νται» από τις με­γά­λες επι­χει­ρή­σεις και από εμπο­ρι­κά κέ­ντρα.

Η δια­δι­κα­σία «δη­μιουρ­γι­κής κα­τα­στρο­φής» δη­μιουρ­γεί έτσι τις προ­ϋ­πο­θέ­σεις για το ξε­πέ­ρα­σμα της κα­πι­τα­λι­στι­κής κρί­σης, για ένα νέο ανο­δι­κό κύκλο κε­φα­λαια­κής συσ­σώ­ρευ­σης: Μέσα από την ανά­καμ­ψη της κερ­δο­φο­ρί­ας και τη συ­γκέ­ντρω­ση-συ­γκε­ντρο­ποί­η­ση του κε­φα­λαί­ου, μέσα από την «απε­λευ­θέ­ρω­ση» του κε­φα­λαί­ου από τα «δεσμά» των ερ­γα­σια­κών δι­καιω­μά­των και των μέ­τρων κοι­νω­νι­κής προ­στα­σί­ας που κα­τα­κτή­θη­καν από την ερ­γα­τι­κή τάξη στο πα­ρελ­θόν, με τους αγώ­νες της.

Η στρα­τη­γι­κή αυτή αντι­λαμ­βά­νε­ται την κρίση ως ευ­και­ρία για μια ιστο­ρι­κή αλ­λα­γή των συ­σχε­τι­σμών δύ­να­μης προς όφε­λος της κα­πι­τα­λι­στι­κής εξου­σί­ας, υπά­γο­ντας τις ευ­ρω­παϊ­κές κοι­νω­νί­ες στις απαι­τή­σεις της απρό­σκο­πτης λει­τουρ­γί­ας των χρη­μα­το­πι­στω­τι­κών αγο­ρών, επι­χει­ρώ­ντας έτσι να θέσει όλες τις επι­πτώ­σεις της συ­στη­μι­κής κα­πι­τα­λι­στι­κής κρί­σης στους ώμους των ερ­γα­ζο­μέ­νων.

Βρι­σκό­μα­στε επο­μέ­νως σε μια ιστο­ρι­κή συ­γκυ­ρία όχι μόνο κρί­σης, αλλά και εξαι­ρε­τι­κής όξυν­σης των τα­ξι­κών αντι­θέ­σε­ων, και κυ­ρί­ως της αντί­θε­σης κε­φα­λαί­ου ερ­γα­σί­ας. Προ­τού ανα­φερ­θώ στην ανα­γκαία στρα­τη­γι­κή της αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κής Αρι­στε­ράς, ας μου επι­τρα­πεί ένα σύ­ντο­μο σχό­λιο ανα­φο­ρι­κά με το ζή­τη­μα του δη­μό­σιου χρέ­ους και της δη­μο­σιο­νο­μι­κής κρί­σης.

2. Δη­μό­σιο χρέος

Η θε­σμι­κή διάρ­θρω­ση της Ευ­ρω­ζώ­νης (ΕΖ) ενι­σχύ­ει σκό­πι­μα τις νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρες πο­λι­τι­κές, δε­δο­μέ­νου ότι η Ευ­ρω­παϊ­κή Κε­ντρι­κή Τρά­πε­ζα (ΕΚΤ) δεν λει­τουρ­γεί ως δα­νει­στής τε­λευ­ταί­ας κα­τα­φυ­γής για τις χώ­ρες-μέ­λη της (δεν δα­νεί­ζει άμεσα τα κρά­τη-μέ­λη της ΕΖ). Σε μια συ­γκυ­ρία δη­μο­σιο­νο­μι­κής δυ­σχέ­ρειας, η συρ­ρί­κνω­ση του κρά­τους πρό­νοιας κα­θί­στα­ται έτσι πρό­σφο­ρο μέσο για την εξα­σφά­λι­ση της ανα­γκαί­ας ρευ­στό­τη­τας, ώστε το Δη­μό­σιο να συ­νε­χί­σει απρό­σκο­πτα απο­πλη­ρώ­νει τις οφει­λές προς τους κα­τό­χους κρα­τι­κών ομο­λό­γων του.

Οι κυ­βερ­νώ­σες ελίτ όλων των χωρών της ΕΖ είχαν, επο­μέ­νως, υπο­βά­λει οι­κειο­θε­λώς τον εαυτό τους σε έναν υψηλό κίν­δυ­νο χρε­ο­στα­σί­ου, προ­κει­μέ­νου να πα­γιώ­σουν τις νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρες στρα­τη­γι­κές.

Αυτό ση­μαί­νει ότι οι πο­λι­τι­κές λι­τό­τη­τας όχι μόνον αδυ­να­τούν αλλά ούτε καν επι­διώ­κουν να επι­λύ­σουν το πρό­βλη­μα του υπερ­βο­λι­κού εξω­τε­ρι­κού χρέ­ους στην ΕΖ. Οι στρα­τη­γι­κές λι­τό­τη­τας χρη­σι­μο­ποιούν το κρα­τι­κό χρέος ως μέσο για την ενί­σχυ­ση των νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρων πο­λι­τι­κών στην Ευ­ρώ­πη.

Η κρίση δη­μό­σιου χρέ­ους έπε­ται, απο­τε­λεί πα­ρά­γω­γο της στρα­τη­γι­κής της λι­τό­τη­τας, και ανα­γκαίο μοχλό για τη διαιώ­νι­σή της. Η αντι­με­τώ­πι­ση του χρέ­ους δεν μπο­ρεί να απο­τε­λέ­σει στόχο του ερ­γα­τι­κού κι­νή­μα­τος ανε­ξάρ­τη­τα από το στόχο ανα­τρο­πής της λι­τό­τη­τας και του νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρου κα­πι­τα­λι­σμού.

3. Για μια στρα­τη­γι­κή υπέρ της ερ­γα­σί­ας

Σε όλη την ιστο­ρία του κα­πι­τα­λι­σμού η κυ­ρί­αρ­χη μέ­θο­δος εξό­δου από την κρίση σύμ­φω­να με τα συμ­φέ­ρο­ντα του κε­φα­λαί­ου υπήρ­ξε η συρ­ρί­κνω­ση των ερ­γα­τι­κών και λαϊ­κών ει­σο­δη­μά­των, η με­τα­φο­ρά πλού­του και ισχύ­ος από τον κόσμο της ερ­γα­σί­ας στο κε­φά­λαιο. Αυτό που σή­με­ρα ονο­μά­ζου­με κω­δι­κο­ποι­η­μέ­να λι­τό­τη­τα!Εξαι­ρέ­σεις, όπως το με­σο­πο­λε­μι­κό New Deal, υπήρ­ξαν μόνο όταν υφί­στα­το ο «πο­λι­τι­κός κίν­δυ­νος» απο­στα­θε­ρο­ποί­η­σης του κα­πι­τα­λι­στι­κού συ­στή­μα­τος.

Από την πα­ρα­πά­νω ανά­λυ­ση γί­νε­ται σαφές ότι η δια­κο­πή της λι­τό­τη­τας, η αύ­ξη­ση των μι­σθών, η ανά­πτυ­ξη του κρά­τους πρό­νοιας κλπ., δεν μπο­ρεί να είναι ένα απλό θέμα «συ­νερ­γα­σί­ας με­τα­ξύ της κυ­βέρ­νη­σης, των ερ­γο­δο­τών και των συν­δι­κά­των» (όπως πρό­σφα­τα υπο­στή­ρι­ξε σε άρθρο του ο πρώην Πρό­ε­δρος της Fed, Ben Bernanke), αλλά το απο­τέ­λε­σμα μιας ρι­ζι­κής αλ­λα­γής στον κοι­νω­νι­κό και πο­λι­τι­κό συ­σχε­τι­σμό δυ­νά­με­ων, δη­λα­δή το απο­τέ­λε­σμα της οξυ­μέ­νης πάλης των ερ­γα­ζο­μέ­νων, που από ένα ση­μείο και μετά λει­τουρ­γεί ως «πο­λι­τι­κός κίν­δυ­νος» για το σύ­στη­μα.

Στην Ελ­λά­δα, η απο­σύν­θε­ση της με­τα­πο­λι­τευ­τι­κής πο­λι­τι­κής σκη­νής στις εκλο­γές του Μαΐου 2012 και ακό­λου­θη η ανά­δυ­ση ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, με το ρι­ζο­σπα­στι­κό του Πρό­γραμ­μα, μπο­ρού­σε να απο­τε­λέ­σει «πο­λι­τι­κό κίν­δυ­νο» για το σύ­στη­μα, τη σύ­γκρου­ση με το οποίο, ως εκ­πρό­σω­πος των συμ­φε­ρό­ντων των λαϊ­κών τά­ξε­ων, υπο­σχό­ταν να ορ­γα­νώ­σει. Όμως η με­τάλ­λα­ξη του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ κατά την πε­ρί­ο­δο 2012-14, οδη­γού­σε σ’ έναν «ιστο­ρι­κό συμ­βι­βα­σμό» που φα­ντα­σιω­νό­ταν ότι η κα­τάρ­γη­ση της λι­τό­τη­τας εξέ­φρα­ζε «τα κοινά συμ­φέ­ρο­ντα» όλων των Ελ­λή­νων και θα γι­νό­ταν δυ­να­τή με βάση την πει­στι­κό­τη­τα του επι­χει­ρή­μα­τος ότι η λι­τό­τη­τα απο­τε­λεί «αντια­να­πτυ­ξια­κή πο­λι­τι­κή».

Για να το δια­τυ­πώ­σου­με δια­φο­ρε­τι­κά: Αν το πρό­βλη­μα είναι το ξε­πέ­ρα­σμα της ύφε­σης και η «πα­ρα­γω­γι­κή ανα­συ­γκρό­τη­ση», τότε ολό­κλη­ρη η χώρα έχει ένα κοινό συμ­φέ­ρον: Να επι­τύ­χει η οι­κο­νο­μία «μας» την ανά­πτυ­ξη. Ακόμα κι αν στο στόχο αυτό προ­σθέ­σου­με διευ­κρι­νί­σεις του τύπου «με δί­καιο τρόπο» (να πο­ρευ­τού­με στην ανά­πτυ­ξη), η από­δο­ση από την Αρι­στε­ρά της πρώ­της προ­τε­ραιό­τη­τας στην «ανά­πτυ­ξη» συ­νε­πά­γε­ται την ηγε­μο­νία των αστι­κών ιδε­ο­λο­γι­κών μύθων περί κοι­νού εθνι­κού συμ­φέ­ρο­ντος, «εθνι­κής προ­σπά­θειας» και κοι­νω­νι­κής ει­ρή­νης, σε μια συ­γκυ­ρία που το κε­φά­λαιο έχει κη­ρύ­ξει έναν αδυ­σώ­πη­το πό­λε­μο στην ερ­γα­σία.Με αυ­τούς τους όρους η συν­θη­κο­λό­γη­ση της Αρι­στε­ράς και η απο­κο­πή της από τα συμ­φέ­ρο­ντα της ερ­γα­σί­ας ήταν προ­δια­γε­γραμ­μέ­νη.

Η Αρι­στε­ρά πα­ρα­μέ­νει Αρι­στε­ρά όταν γειώ­νε­ται στα ερ­γα­τι­κά συμ­φέ­ρο­ντα για να τα φέρει στο πο­λι­τι­κό προ­σκή­νιο, όταν συγ­χω­νεύ­ε­ται με τους αγώ­νες των ερ­γα­ζο­μέ­νων και τα κι­νή­μα­τα.

Ζη­τού­με­νο δεν μπο­ρεί να είναι η υπο­κα­τά­στα­ση των τα­ξι­κών αγώ­νων και του τα­ξι­κού Προ­γράμ­μα­τος με τον κυ­βερ­νη­τι­σμό, έστω ένα­κυ­βερ­νη­τι­σμό της «νο­μι­σμα­τι­κής πο­λι­τι­κής». Προ­φα­νώς κα­νέ­να νό­μι­σμα δεν είναι φετίχ, αλλά και για κα­νέ­να νό­μι­σμα δεν πρέ­πει να έχου­με αυ­τα­πά­τες. Το ζή­τη­μα της σύ­γκρου­σης με τις δομές του νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρου κα­πι­τα­λι­σμού από τη σκο­πιά των «κοι­νω­νι­κών ανα­γκών» έρ­χε­ται πρώτο.

Οι εμπει­ρί­ες από τη δια­δρο­μή του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ οδη­γούν σε συ­μπε­ρά­σμα­τα που εντεί­νουν την πε­ποί­θη­ση ότι σή­με­ρα απαι­τεί­ται αφε­νός η «συ­γκέ­ντρω­ση δύ­να­μης» της Αρι­στε­ράς, ως χώρου ιδεών και πο­λι­τι­κής πρα­κτι­κής με αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κή στρα­τη­γι­κή, μα­ζι­κής κοι­νω­νι­κής απεύ­θυν­σης και ορ­γα­νω­τι­κής δυ­να­τό­τη­τας (ανα­σύν­θε­ση της μαρ­ξι­στι­κής Αρι­στε­ράς), και αφε­τέ­ρου η επε­ξερ­γα­σία και εμ­βά­θυν­ση της «με­τα­βα­τι­κής προ­σέγ­γι­σης», ως δια­δι­κα­σί­ας που δη­μιουρ­γεί ρήγ­μα­τα στις κα­πι­τα­λι­στι­κές σχέ­σεις πα­ρα­γω­γής εδώ και τώρα, για ερ­γα­τι­κό έλεγ­χο, σε μια πο­ρεία κλι­μά­κω­σης προς την αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κή ανα­τρο­πή.

Συ­ντρό­φισ­σες και σύ­ντρο­φοι, το να σκε­φτό­μα­στε ότι η ευ­ρω­παϊ­κή κρίση και η λι­τό­τη­τα απο­τε­λούν τις αι­τί­ες για την άνοδο της Ακρο­δε­ξιάς, δεν απο­τε­λεί σο­βα­ρή ανά­λυ­ση. Ξέ­ρου­με κα­λύ­τε­ρα από τον κα­θέ­να ότι η Ακρο­δε­ξιά δεν αντι­στρα­τεύ­ε­ται τη λι­τό­τη­τα και τον νε­ο­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμό, ότι ενι­σχύ­ει την κα­τα­σταλ­τι­κή λει­τουρ­γία του ενά­ντια στην ερ­γα­τι­κή τάξη και τα κι­νή­μα­τα. Η Ακρο­δε­ξιά δυ­να­μώ­νει διότι εκ­με­ταλ­λεύ­ε­ται το σκλη­ρό πυ­ρή­να των αστι­κών ιδε­ο­λο­γιών και της κρα­τι­κής προ­πα­γάν­δας: Ότι τον κόσμο κινεί η πάλη ανά­με­σα στο εθνι­κό «εμείς» και στους «ξέ­νους», που άλ­λο­τε είναι οι πρό­σφυ­γες και οι με­τα­νά­στες και άλ­λο­τε οι «με­γά­λες δυ­νά­μεις», η πάλη των κρα­τών, τα «ξένα συμ­φέ­ρο­ντα», κ.ο.κ. Ότι επί­δι­κο ζή­τη­μα στην Ευ­ρώ­πη είναι η «σύ­γκρου­ση Βορ­ρά-Νό­του», τα συμ­φέ­ρο­ντα «των Γερ­μα­νών» απέ­να­ντι σε εκεί­να «των Ελ­λή­νων» ή «των Ιτα­λών» κ.ο.κ.

Είναι κα­θή­κον μας να μην ανε­χθού­με, ακρι­βέ­στε­ρα να αντι­πα­λέ­ψου­με αυτές τις συ­ντη­ρη­τι­κές ιδε­ο­λο­γί­ες, φέρ­νο­ντας στο προ­σκή­νιο την τα­ξι­κή ανά­λυ­ση και τις πο­λι­τι­κές πρα­κτι­κές που προ­ω­θούν τα συμ­φέ­ρο­ντα της ερ­γα­τι­κής τάξης.

Χωρίς την προ­ο­πτι­κή του ερ­γα­τι­κού ελέγ­χου, η επαγ­γελ­λό­με­νη «κοι­νω­νι­κο­ποί­η­ση» του κρά­τους θα κα­τα­λή­ξει στην κρα­τι­κο­ποί­η­ση των αρι­στε­ρών δια­χει­ρι­στών, για μια ακόμα φορά! 

Πηγή : rproject

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου