Το συλλαλητήριο της 4ης Φλεβάρη αποτελεί ένα σημαντικό πολιτικό γεγονός, καθώς αποτελεί έκφανση της προσπάθειας οικοδόμησης του «μαύρου μετώπου» και νομιμοποίησης, μέσα σε ευρύτερα κομμάτια της κοινωνίας, των εθνικιστών και φασιστών. Αποτελεί επίσης έκφανση του πόσο επικίνδυνα χαρακτηριστικά μπορεί να πάρει η (κατά τα άλλα δίκαιη) αγανάκτηση ενάντια στην κυβέρνηση, όταν αυτή κινητοποιείται από την ακροδεξιά δημαγωγία.
Ωστόσο, το συλλαλητήριο ήταν μια παταγώδης αποτυχία. Οργανώθηκε συστηματικά και χρηματοδοτήθηκε από μηχανισμούς του βαθέως κράτους (στρατός, εκκλησία), τη ΝΔ και τους ΑΝΕΛ και προπαγανδίστηκε ανοιχτά από δημόσια και ιδιωτικά ΜΜΕ. Ο Μητσοτάκης κατάπιε τον φιλελευθερισμό του και προσχώρησε στον πιο γελοίο παραδοσιακό δεξιό εθνικισμό. Προσπαθήθηκε δε να αποδοθεί στο συλλαλητήριο «παλλαϊκός» χαρακτήρας με τη θλιβερή παρουσία του Μίκη Θεοδωράκη. Με αυτό το δεδομένο, κρίνεται αποτυχημένο γιατί αφενός δεν συγκέντρωσε ούτε κατά διάνοια τα πλήθη που οι διοργανωτές ήθελαν, παρά τα γελοία νούμερα που ισχυρίζονται εκ των υστέρων, και αφετέρου η ΧΑ δεν κατάφερε ούτε στο ελάχιστο να το αξιοποιήσει για να επιβάλει την τρομοκρατία που επιδίωκε.
Ωστόσο, το συλλαλητήριο ήταν μια παταγώδης αποτυχία. Οργανώθηκε συστηματικά και χρηματοδοτήθηκε από μηχανισμούς του βαθέως κράτους (στρατός, εκκλησία), τη ΝΔ και τους ΑΝΕΛ και προπαγανδίστηκε ανοιχτά από δημόσια και ιδιωτικά ΜΜΕ. Ο Μητσοτάκης κατάπιε τον φιλελευθερισμό του και προσχώρησε στον πιο γελοίο παραδοσιακό δεξιό εθνικισμό. Προσπαθήθηκε δε να αποδοθεί στο συλλαλητήριο «παλλαϊκός» χαρακτήρας με τη θλιβερή παρουσία του Μίκη Θεοδωράκη. Με αυτό το δεδομένο, κρίνεται αποτυχημένο γιατί αφενός δεν συγκέντρωσε ούτε κατά διάνοια τα πλήθη που οι διοργανωτές ήθελαν, παρά τα γελοία νούμερα που ισχυρίζονται εκ των υστέρων, και αφετέρου η ΧΑ δεν κατάφερε ούτε στο ελάχιστο να το αξιοποιήσει για να επιβάλει την τρομοκρατία που επιδίωκε.
Η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ με την «εθνικά υπεύθυνη πολιτική» της έχει ανοίξει τον ασκό του Αιόλου. Είναι αλήθεια ότι η κυρίαρχη κριτική που γίνεται στον ΣΥΡΙΖΑ προέρχεται κατ’ εξοχήν από τη δεξιά, που προσπαθεί να αναδιοργανωθεί, τους πιο συντηρητικούς πυρήνες του κράτους που προσπαθούν να πάρουν τον έλεγχο, τις φασιστικές γκρούπες που προσπαθούν να σηκώσουν κεφάλι. Ωστόσο, η «συμβιβαστική στάση» της κυβέρνησης και η επίσημη αντίθεσή της στα εθνικιστικά συλλαλητήρια δεν μπορεί να αποκρύψει ότι στο Μακεδονικό ακολουθεί την «εθνική γραμμή» και ότι επίσημα υιοθετεί και αναπαράγει την διαχρονική κυρίαρχη εθνικιστική και αντικομμουνιστική ρητορική που επιστρατεύει το ελληνικό κράτος περί «αλυτρωτισμού των Σκοπιανών» και περί δήθεν τεχνητής δημιουργίας του μακεδονικού έθνους από την κυβέρνηση του Τίτο. Άλλωστε, πέρα από τους ΑΝΕΛ, και άλλα κορυφαία στελέχη της κυβέρνησης (Κοτζιάς, Τόσκας) παρείχαν τελικά στήριξη, προέβαλαν και διαχειρίστηκαν πολιτικά το συλλαλητήριο. Είναι επικίνδυνη πολιτική τύφλωση να πιστεύει κανείς ότι η μνημονιακή κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ μπορεί να είναι κάποιου είδους σύμμαχος ενάντια στον εθνικισμό και τον φασισμό.
Οι θλιβερές αριστερές ή «αριστερές» οργανώσεις που πλαισίωσαν τον εθνικιστικό εσμό, προσπαθώντας να εκφράσουν τον «πατρωτισμό» των «μαζών», δεν κατάφεραν παρά να γίνουν κομπάρσοι σε μια αντιδραστική κινητοποίηση. Το ότι δεν ήταν φασίστες όλοι όσοι συμμετείχαν στο συλλαλητήριο δεν αλλάζει σε τίποτα το αναμφισβήτητο γεγονός ότι τον πολιτικό τόνο έδωσαν οι χρυσαυγίτες, οι ακροδεξιοί μητροπολίτες, οι υπεραντιδραστικοί καραβανάδες και οι ψεκασμένοι εθνόπληκτοι. Δεν είναι τυχαίο ότι πριν ακόμα το αγκαλιάσουν οι «παμμακεδονικές» οργανώσεις με το χουντικό παρελθόν, το πρώτο κάλεσμα για το συλλαλητήριο προήλθε από μικρές νεοναζιστικές ομάδες. Είναι μεγάλες οι ευθύνες, στο βαθμό του μεγέθους τους, όσων είτε στήριξαν ανοιχτά το συλλαλητήριο (Πλεύση Ελευθερίας, ΚΟΕ) είτε θεώρησαν ως κυρίαρχο το ζήτημα του αλυτρωτισμού της Δημοκρατίας της Μακεδονίας (ΚΚΕ, ΛΑΕ), στην καλλιέργεια της σύγχυσης και του εθνικισμού.
Απέναντι στην υπόκλιση των παραπάνω δυνάμεων στον εθνικό λόγο, αναπτύχθηκε μια πολύ σημαντική πρωτοβουλία ανάδειξης ενός αντίπαλου λόγου που αμφισβήτησε ανοιχτά τον εθνικιστικό παροξυσμό. Η αντιεθνικιστική κινητοποίηση της Κυριακής ήταν εξαιρετικά σημαντική και έδειξε έστω και στο συμβολικό επίπεδο, ότι οι δρόμοι και η πόλη δεν ανήκουν στους φασίστες και στους εθνικιστές.
Σημαντική στάθηκε η ανάπτυξη ενός πολύμορφου κινήματος με περιφρουρήσεις καταλήψεων και στεκιών, πολιτικών και κοινωνικών χώρων στο ευρύτερο κέντρο, που δείχνει πόσο έχουν ωριμάσει τα αντιεθνικιστικά και αντιφασιστικά αντανακλαστικά συνολικά του χώρου, ακόμα και σε μεγάλο κομμάτι που υποτιμούσε το θέμα ή δεν το ιεραρχούσε ψηλά. Οι περιφρουρήσεις αυτές έπαιξαν σημαντικό ρόλο και συμβολικά και πρακτικά (θέατρο Εμπρός) στη ματαίωση του σχεδίου της ΧΑ να δράσει ως τάγμα εφόδου που θα επέβαλλε την ακροδεξιά τρομοκρατία.
Πιο σημαντική ήταν όμως η πραγματοποίηση (δυστυχώς μειοψηφική και στο χώρο της αντικαπιταλιστικής αριστεράς) της διεθνιστικής, αντιφασιστικής, αντιεθνικιστικής συγκέντρωσης στα Προπύλαια. Παρά την οργανωμένη τρομοκρατία και την προκλητική περικύκλωση της αστυνομίας, η συγκέντρωση, με τα δεδομένα της πολιτικής γεωγραφίας που την υποστήριξε, κρίνεται εκτός από απαραίτητη και απολύτως επιτυχημένη. Χιλιάδες αντιφασίστες διαδήλωσαν πολιτικά και περιφρουρημένα στο κέντρο της Αθήνας, σπάζοντας το μονοπώλιο του εθνικιστικού συλλαλητηρίου.
Η οργάνωσή μας έκρινε εξ αρχής εξαιρετικά σημαντικό, και πήρε την πρωτοβουλία προς αυτή την κατεύθυνση, να ακουστεί ένας καθαρός λόγος, μακριά από τα μισόλογα που λέει η πλειοψηφία των οργανώσεων της αριστεράς, υπέρ του δικαιώματος της Δημοκρατίας της Μακεδονίας να αυτοπροσδιορίζεται και να χρησιμοποιεί το συνταγματικό της όνομα και ενάντια στον ρόλο νονού και προστάτη του ελληνικού κράτους. Η μαζικότητα και μαχητικότητα της συγκέντρωσης και το γεγονός ότι συσπείρωσε κόσμο πολύ ευρύτερο του καλέσματος αποδεικνύει πόσο σωστή ήταν η εκτίμηση ότι είναι δυνατόν να γίνει και να πετύχει μια τέτοια δράση, παρά τον δύσκολο συσχετισμό για το θέμα.
Επομένως, η άποψη ότι «θα γίνουμε ρεζίλι» αν κατεβούμε λιγότεροι από το ακροδεξιό συλλαλητήριο φάνηκε στην πράξη ότι ήταν φοβική και λανθασμένη. Αυτή η διαπίστωση δεν έχει κάποιο χαρακτήρα ρεβάνς ή κούφιας αυτοεπιβεβαίωσης, αλλά δείχνει τον δρόμο για τη συνέχεια. Η δημόσια και οργανωμένη πολιτική δράση για το θέμα δεν μπορεί να καλυφθεί μόνο με γενικόλογες ανακοινώσεις, με την υποβάθμιση του φλέγοντος πολιτικού «ζητήματος του ονόματος» στο όνομα μιας άνευρης γενικής πολιτικής ανάλυσης ή με περιφρούρηση του χώρου μας. Η επόμενη δράση, αν τύχει της οργάνωσης και του καλέσματος που της αξίζει, θα είναι ικανή να αμφισβητήσει στα ίσια τον κυρίαρχο λόγο και να σπάσει την κυριαρχία των ιδεών που εκφράστηκαν στο Σύνταγμα.
Θα δουλέψουμε με όλες μας τις δυνάμεις για μια ενωτική κοινωνική και πολιτική πρωτοβουλία για το Μακεδονικό το επόμενο διάστημα. Ήδη μαζί με τις πολιτικές δυνάμεις που συνδιοργανώσαμε την παρουσία μας στις 4/2 (ΕΕΚ,ΟΡΜΑ), αλλά και με άλλες με τις οποίες συμμεριζόμαστε τις διεθνιστικές αντιλήψεις και την ανάγκη για δράση και συντονισμό προχωράμε σε σύσκεψη τη Δευτέρα 12/2 με σκοπό τον καθορισμό των επόμενων βημάτων. Σε αυτή την προσπάθεια προσπαθήσαμε και θα εξακολουθούμε να προσπαθούμε να εμπλέξουμε όλο το δυναμικό των μετώπων στα οποία δουλεύουμε (ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ΕΑΑΚ κλπ). Η επιτυχία των δύο διαδηλώσεων μέσα σε μια βδομάδα ενάντια τις φασιστοσυνάξεις για τα Ίμια και η παγίωση ότι ο σχεδιασμός της ΧΑ ακυρώνεται στην πράξη τα τελευταία χρόνια δείχνει πόσο αυτό είναι εφικτό.
Στο πολιτικό επίπεδο, είναι ώρα να ξεπεράσουμε τις αγκυλώσεις και τα μισόλογα και οι διεθνιστικές ιδέες και πρακτικές να κερδίσουν έδαφος μέσα στην εργατική τάξη και τις οργανώσεις της. Η μόνη πραγματική διεθνιστική γραμμή αντιπαράθεσης με τον εθνικισμό, τους κρατικούς σχεδιασμούς, τους υπερεθνικούς ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς (ΕΕ, ΝΑΤΟ), είναι η αναγνώριση της Δημοκρατίας της Μακεδονίας με το συνταγματικό της όνομα, η πάλη ενάντια στις οικονομικές και πολιτικές εξορμήσεις του ελληνικού καπιταλισμού, είτε αυτόνομα είτε στα πλαίσια των συμμαχιών του, η αναγνώριση των εθνικών μειονοτήτων που ασφυκτιούν μέσα στο έδαφος της Ελλάδας. Η μάχη αυτή ξεκινάει πρώτα από τον ίδιο μας το χώρο. Οι περισσότερες δυνάμεις της διεθνιστικής αριστεράς κράτησαν, για διάφορους λόγους, μεσοβέζικη στάση. Η μάχη αυτή είναι μπροστά μας. Να τη δώσουμε και να την κερδίσουμε.
ΟΚΔΕ-Σπάρτακος, ελληνικό τμήμα 4ης Διεθνούς
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου