45η επέτειος της εξέγερσης του Πολυτεχνείου.
Και εξαρχής ξεκαθαρίζουμε το εξής: στις 17 Νοέμβρη τιμούμε και
θυμόμαστε την εξέγερση του 1973. Προφανώς κάθε εξέγερση αφήνει
παρακαταθήκες και εκκρεμότητες, προσδοκίες αλλά και ματαιότητες. Πολλοί
πάνω της χτίζουν το πολιτικό τους κεφάλαιο διεκδικώντας το ρόλο του
γνήσιου συνεχιστή της. Κάποιοι ακόμα και τώρα συνεχίζουν να καίνε τα
καύσιμα του Πολυτεχνείου που όμως έχουν προ πολλού εξαντληθεί. Η
εξέγερση του Πολυτεχνείου πάρα τις φαντασιώσεις ορισμένων τελείωσε την
ώρα που οι ερπύστριες του τανκ πέρασαν πάνω από την κεντρική του πύλη. Η
αριστερά -παραδοσιακή και μη- «συνέχιζε τον αγώνα από το 73 μέχρι σήμερα»,
προσπαθώντας να χρυσώσει το χάπι της μεταπολιτευτικής ματαίωσης των
επαναστατικών προσδοκιών της γενιάς του πολυτεχνείου, ενώ το μόνο που
συνέβη ήταν η κρατικοποίησή της και η ενσωμάτωσή της στο αφήγημα της
αποκατάστασης της «δημοκρατίας» και της «αλλαγής» του 1981.
Συνεχίζοντας
κανείς στο φαντασιακό του, έναν αγώνα που τελείωσε με
την έλευση του Καραμανλή και την ομαλή διαδοχή της χούντας από τον
αστικό κοινοβουλευτισμό, δεν μπόρεσε ποτέ να κάνει τον απολογισμό, ούτε
να βγάλει τα ουσιαστικά μαθήματα από τον ηρωικό αγώνα των φοιτητών στα
τελευταία χρόνια της χούντας. Πολύ περισσότερο μένει κολλημένος στις
εκκρεμότητες μιας μάχης που τελικά τη λύση την έδωσε η αστική τάξη
επικαιροποιώντας την ηγεμονία της στις υποτελείς τάξεις.
Για την αριστερά όμως είναι συνήθειο ο αγώνας να συνεχίζεται χωρίς σταματημό.
Αυτός είναι και ένας τρόπος να συνεχίζει κανείς να επαναλαμβάνει τα
ίδια λάθη αφού ποτέ δεν συζήτησε πάνω σε αυτά υπό το πρόσχημα της αέναης
συνέχειας του αγώνα.
Για μας κανένας αγώνας δεν συνεχίζεται από το 1973, με τον ίδιο τρόπο που δεν
συνεχίζεται η παγκόσμια οικονομική κρίση της εποχής εκείνης. Έτσι
μπορεί να σκέφτεται όποιος επιμένει να μένει προσκολλημένος στην εποχή
της νεότητάς του ή σε μια μάχη που έχασε και αρνείται να το αποδεχτεί.
Όμως δεν υπάρχει κανένας άλλος τρόπος για να συνεχίσουμε τον αγώνα για
την καταστροφή του καπιταλισμού, παρά μόνο αν παραδεχτούμε ότι οι
μερικοί αγώνες έχουν ημερομηνία λήξης. Και τότε πρέπει να θάψουμε τους
νεκρούς μας για να πάμε παρακάτω.
Κάθε ξεχωριστός αγώνας τελειώνει άμα τη λήξη του.
Μπορεί να είναι ένα παζλ μέσα στην ιστορία της ταξικής πάλης, αλλά
κανένας αγώνας δεν συνεχίζεται εις τον αιώνα τον άπαντα. Και όταν
τελειώνει κάνουμε την αποτίμησή του και θα συνεχίσουμε να την κάνουμε
όταν τον ξαναθυμόμαστε, γιατί κάθε φορά η αποτίμηση συμπεριλαμβάνει και
ό,τι σχετίστηκε με τον αγώνα αυτόν, είτε προσπαθώντας να τον
κεφαλαιοποιήσει, είτε να τον γιορτάσει, είτε να τον τιμήσει με «γνήσιο
τρόπο», είτε να χτίσει τη καριέρα του πάνω σε αυτόν, είτε να τον
χρησιμοποιήσει για να ξεπλύνει την ντροπή του κοκ. Και όσο ένα γεγονός
κοινωνικοποιείται και γίνεται σύμβολο της μισής Ελλάδας, τόσο πιο
δύσκολη γίνεται η διαχείρισή του, τόσο το νόημά του γίνεται λάστιχο, κι
άλλο τόσο τα πραγματικά γεγονότα χάνονται στους μετέπειτα μύθους που το
συνοδεύουν.
Η εξέγερση του Πολυτεχνείου σηματοδότησε την αρχή του τέλους για μια προηγούμενη εποχή, αυτήν του μετεμφυλιακού κράτους που κορυφώθηκε με τη στρατιωτική Χούντα,
την εποχή των πιστοποιητικών κοινωνικών φρονημάτων, του ανοιχτού
αντικομμουνισμού, του κοινωνικού και πολιτικού ρεβανσισμού της αστικής
τάξης και του εθνικού κορμού απέναντι στις κόκκινες σημαίες, τους
“συνοδοιπόρους” και κυρίως τους ίδιους τους ηττημένους ΕΛΑΣίτες και
μαχητές του ΔΣΕ που σήκωσαν κεφάλι και διεκδίκησαν την εξουσία -παρ’
όλες τις Καζέρτες και τις Βάρκιζες- από τον Δεκέμβρη του ΄44 μέχρι το
καλοκαίρι του ’49.
Η εξέγερση του Πολυτεχνείου εγκαινίασε στην Ελλάδα την εποχή της Μεταπολίτευσης.
Μια εποχή έντονων κοινωνικών αγώνων, πολιτικών διεργασιών, ιδεολογικών
αναζητήσεων και διαμόρφωσης των νέων επαναστατικών πρωτοποριών εκείνης
της εποχής, μιας εποχής που οι ταξικοί αγώνες διεξήχθησαν σε νέο
πλαίσιο, με νέες γενιές στο προσκήνιο, με διαφορετικά πολιτικά και
ιδεολογικά εργαλεία σε σχέση με την εποχή των Παγκοσμίων Πολέμων και τα
πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, στο φόντο του Μάη του ’68, του πολέμου του Βιετνάμ
και πολλών άλλων αγώνων, εξεγέρσεων και επαναστάσεων της ιστορικής
περιόδου του Ψυχρού Πολέμου. Μια εποχή κατά την οποία -μέσα από αγώνες
και συγκρούσεις, ήττες και συμβιβασμούς- διαμορφώθηκε, έστω με
χρονοκαθυστέρηση, η ελληνική εκδοχή του μεταπολεμικού κοινωνικού συμβολαίου και μορφοποιήθηκε πολιτικά και ιδεολογικά η Αριστερά της Μεταπολίτευσης στις διάφορες εκδοχές της.
45 χρόνια μετά, και η πραγματικότητα γύρω μας μαρτυρά -για όποιον έχει μάτια να δει και καθαρό μυαλό για να σκεφτεί- ότι η εποχή που -συμβολικά- άνοιξε με τον Νοέμβρη του ΄73 έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί.
Το μεταπολεμικό κοινωνικό συμβόλαιο
που κανοναρχούσε τον ταξικό ανταγωνισμό και οριοθετούσε την ταξική πάλη
στις μεταπολεμικές δυτικοευρωπαϊκές κοινωνίες-επαρχίες τής υπό
αμερικάνικη ηγεμονία ιμπεριαλιστικής Αυτοκρατορίας, κατεδαφίζεται παντού
στην Ευρώπη, με πρωτοβουλία του ταξικού αντιπάλου. Οικονομικές
κατακτήσεις πετσοκόβονται αγρίως και χωρίς αναισθητικό, κοινωνικά
δικαιώματα και πολιτικές ελευθερίες περιστέλλονται και καταργούνται, οι
μέθοδοι και τα εργαλεία διαπραγμάτευσης και διεκδίκησης των
εκμεταλλευόμενων χάνουν την αξία χρήσης τους.
Η αυγή της νέας αυτής εποχής στην
πραγματικότητα είχε φανεί διεθνώς ήδη από την περίοδο που ο Ψυχρός
Πόλεμος έβαινε προς το τέλος του. Η οριστική ήττα του Κόκκινου Οκτώβρη
του 1917 με την πτώση της ΕΣΣΔ και του Ανατολικού Μπλοκ στα 1989-1991,
έδωσε νέο αέρα στα πανιά της αστικής και ιμπεριαλιστικής αντεπανάστασης.
Η οικονομική κρίση που εγκαινιάστηκε με την κατάρρευση της Lehman Brothers έδωσε το έναυσμα για μια περαιτέρω σαρωτική ανατροπή του προηγούμενου μοντέλου διαχείρισης και συναίνεσης, που στην Ελλάδα και αλλού πήρε την κωδική ονομασία “μνημόνιο” αλλά στην πραγματικότητα αποτελεί ένα νέο
συνολικό μοντέλο επιβολής της εκμετάλλευσης, οργάνωσης της κρατικής
καταπίεσης, συγκρότησης της κοινωνικής συναίνεσης με όρους κοινωνικού
κανιβαλισμού, “επαναποικιοποίησης” ολόκληρων περιοχών του πλανήτη και
τελικά αναπαραγωγής του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής και της
ιμπεριαλιστικής Αυτοκρατορίας που τον συνέχει.
Η τρέχουσα ελληνική επικαιρότητα της “εξόδου από τα μνημόνια”
σηματοδοτεί ακριβώς την “κανονικοποίηση” της έντασης της εκμετάλλευσης
και ενός μοντέλου διαχείρισής της όπου οι διαφορές μεταξύ των επίδοξων
διαχειριστών της καθίστανται ήσσονος σημασίας. Στο έδαφος της ήττας των
κοινωνικών και πολιτικών αγώνων της περιόδου ’10 -’15 αναδύεται έντονα ο
κοινωνικός κανιβαλισμός και η εθνικιστική μπόχα που σπονσοράρεται και
επισήμως από το πολιτικό σύστημα.
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ
άλλωστε επενδύει πολιτικά στο ρόλο του θερμότερου υποστηρικτή των
σχεδίων της αμερικανικής Αυτοκρατορίας στα Βαλκάνια και την ΝΑ Μεσόγειο
και στη συμμαχία με το κράτος – απαρτχάιντ του Ισραήλ. Η κυβερνητική περίοδος του ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί και το ιστορικό τέλος της μεταπολιτευτικής αριστεράς
που περίμενε 45 χρόνια να πάρει την κοινοβουλευτική πλειοψηφία μπας και
γίνει το πρώτο βήμα του δημοκρατικού δρόμου προς το σοσιαλισμό.
Εννοείται ότι το παραμύθι του δημοκρατικού δρόμου το έχει φάει η
μαρμάγκα, αλλά εντέχνως είχε αντικατασταθεί με ένα πιο έκτακτο δήθεν
πρόγραμμα αποκατάστασης –«ταξικά μεροληπτικό»- των αδικιών της
μνημονιακής περιόδου. Αλλά κι αυτό τελείωσε όταν ο πρωθυπουργός δήλωνε
προσφάτως πανευτυχής για την επιτυχία του μνημονιακού προγράμματος στην
αποκατάστασης όχι των κοινωνικών αδικιών αλλά της φερεγγυότητας και της
αξιοπιστίας του ελληνικού κράτους, γεγονός το οποίο μπορεί να
αξιοποιήσει για την αναβάθμιση του γεωπολιτικού του ρόλου στην ευρύτερη
περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου.
Ο λόγος πλέον του Σύριζα δεν είναι απολογητικός,
προς το κίνημα, όπως ήταν το 2015. Δεν αναφέρεται στις πιέσεις και τους
εκβιασμούς που δέχεται από τους δανειστές για να δικαιολογήσει τα
κυβερνητικά του πεπραγμένα, διαλαλώντας ότι κερδίζει χρόνο για να
επαναφέρει τις προεκλογικές υποσχέσεις στο τραπέζι. Τώρα πλέον
αναφέρεται θετικά στο μνημόνιο, την δημοσιονομική πειθαρχία,
περηφανεύεται για τα αιματηρά πλεονάσματα, και στο τέλος ιδεολογικοποιεί
τη στάση του, μιλώντας με ενθουσιασμό για «τους φίλους μας τους
αμερικάνους», για το Ισραήλ, για την επιστροφή του ελληνικού
καπιταλισμού στα διεθνή σαλόνια, και κάθε τρεις και λίγο για τις αξίες
του ευρωπαϊσμού (σιγά ρε τις αξίες).
Όμως δεν είναι μόνο ο Σύριζα. Κυρίως είναι το τέρμα της διαδρομής ενός πολιτικού σχεδίου που το μοιράστηκε σύσσωμη η αριστερά
του «δημοκρατικού δρόμου», της «πραγματικής αλλαγής», «της διεύρυνσης
των συνδικαλιστικών κεκτημένων», και γενικά της αριστεράς που ένιωθε ότι
δεν πήρε αυτό που της άξιζε από την πτώση της χούντας και ως εκ τούτου
«ο αγώνας του πολυτεχνείου για την αποκατάσταση της δημοκρατίας, της
λαϊκής κυριαρχίας και της εθνικής ανεξαρτησίας συνεχίζεται». Αυτό το
λάθος καθήκον -συνειδητό ή όχι δεν έχει και πολλή σημασία- εγκλώβισε την
πνευματική σκέψη της αριστεράς σε μια εκκρεμότητα που αρχικά ο
Καραμανλής και στη συνέχεια ο Αντρέας είχαν πάρει έπ’ ώμου αφήνοντας την
αριστερά να κλαίγεται στη γωνία της που της άρπαξαν για ακόμα μια φορά
τη μπουκιά από το στόμα. Ακόμα και σήμερα παραμένει στα ίδια καθήκοντα
και στις εκκρεμότητες του Νοέμβρη του 1973. Τα πάντα τα βλέπει μέσα από
αυτό το πρίσμα. Το μνημόνιο δεν είναι η αστική αντεπανάσταση, αλλά «η
απώλεια της εθνικής μας ανεξαρτησίας και της λαϊκής κυριαρχίας». Έτσι
και η «χούντα δεν τελείωσε το 73», που φώναζαν οι αγανακτισμένοι μαζί με
την αριστερά στην πλατεία Συντάγματος στο απόγειο του αντιμνημονιακού
αγώνα.
Η γενιά του πολυτεχνείου έδωσε τον αγώνα,
πολλές φορές μοιράζοντας τις πολιτικές της προσδοκίες σε πολιτικά
σχέδια που πάντα έβρισκαν τον τρόπο να ενσωματωθούν στο τρέχων πλαίσιο
αναπαραγωγής του αστικού συστήματος. Όσοι απέμεναν συνέχιζαν να
περιφέρουν τον άταφο νεκρό του Πολυτεχνείου ως σύμβολο μιας μεγάλης
πορείας προς το άγνωστο μιας και ο στόχος έχει πλέον ξεχαστεί. Αλλά και
ως απόδειξη του επαναστατικού τους φρονήματος μιας και δεν υπάρχει κάτι
ενδιάμεσα που να το επικαιροποιεί. Αυτός είναι και ο λόγος που οι
εναπομείναντες διεκδικούν ακόμα και μετά από μισό σχεδόν αιώνα την
αποκλειστική κληρονομιά του πολυτεχνείου.
Η ΚΕΔ στέκεται μακριά από τη
νοσταλγία του ηρωικού παρελθόντος και ακόμα μακρύτερα από κάθε
φαντασίωση οποιασδήποτε συνέχειας του αγώνα που ξεκίνησε τότε
και εμείς δήθεν τον συνεχίζουμε τώρα. Το Πολυτεχνείο ανήκει στην
ιστορία, στα μνημεία της παγκόσμιας ταξικής κληρονομιάς. Αυτός είναι και
ο μοναδικός τρόπος να το τιμήσει κανείς όπως πραγματικά του αξίζει.
Τιμούμε τον Νοέμβρη προσπαθώντας όχι “να συνεχίσουμε τον αγώνα του” αλλά να προσανατολιστούμε στην δική μας εποχή, έχοντας
στραμμένο το βλέμμα στα δικά μας “Βιετνάμ”, στις μάχες ενάντια στην
ιμπεριαλιστική Αυτοκρατορία, τους εντεταλμένους στρατούς της και τα
πολιτικά τσιράκια της, από την Βενεζουέλα μέχρι την Υεμένη, κι απ’ το
Ντονμπάς μέχρι τη Συρία.
Τιμούμε τον Νοέμβρη παλεύοντας για τη διαμόρφωση
- μιας επαναστατικής Αριστεράς πέρα από τα ιδεολογικά και πολιτικά όρια της Αριστεράς της Μεταπολίτευσης και του κοινωνικού συμβολαίου.
- μιας νέας κομμουνιστικής ταυτότητας, με ιδεολογικά και πολιτικά εργαλεία ικανά να αναμετρηθούν με τη βίαιη ανακατανομή υπέρ του κεφαλαίου, το κράτος έκτακτης ανάγκης και το καθεστώς εξαίρεσης, την κοινωνική συναίνεση δια μέσω του κοινωνικού κανιβαλισμού, την φασιστική αντίδραση, την ιμπεριαλιστική επιθετικότητα της Αυτοκρατορίας και την απειλή του πολέμου.
Με το βλέμμα ανοιχτό στον επαναστατικό ορίζοντα, στο τσάκισμα του αστικού κράτους και την επαναστατική κατάληψη της εξουσίας. Με το βλέμμα στραμμένο στις μάχες για τη συντριβή της Αυτοκρατορίας και τον ορίζοντα του πανανθρώπινου Κομμουνισμού.
-
Όλοι στην πορεία στην Αμερικάνικη Πρεσβεία Σάββατο 17/11
-
Προσυγκέντρωση της ΚΕΔ Πλ.Κλαυθμώνος, 3μμ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου