Τρίτη 11 Ιουλίου 2017

Τι Κόμμα Τελικά Είναι Ο ΣΥΡΙΖΑ; / του Ανέστη Ταρπάγκου

Πρόκειται για μια κυβερνητική εξουσία που δεν έχει κοινωνικά στρώματα στα οποία να μπορεί να βασιστεί, με την εξαίρεση του περιορισμένου μεγέθους των μικροαστικών δυνάμεων της διανοητικής εργασίας.


Τα­ξι­κές αφε­τη­ρί­ες φυ­σιο­γνω­μί­ας των πο­λι­τι­κών κομ­μά­των

Η μαρ­ξι­στι­κή ανά­λυ­ση των πο­λι­τι­κών σχη­μα­τι­σμών δεν πα­ρα­μέ­νει στα επι­φαι­νό­με­να, δη­λα­δή απλά στο είδος της πο­λι­τι­κής που ασκούν, αλλά επι­χει­ρεί να διε­ρευ­νή­σει τις βα­θύ­τε­ρες τα­ξι­κές αι­τί­ες που υπα­γο­ρεύ­ουν την φυ­σιο­γνω­μία, τις επι­διώ­ξεις και την πο­λι­τι­κή τους, είτε στο επί­πε­δο της δια­κυ­βέρ­νη­σης, είτε σε εκεί­νο της αντι­πο­λί­τευ­σης. Μ’ αυτή την έν­νοια είναι εξαι­ρε­τι­κά κρί­σι­μο για τις δυ­νά­μεις της ερ­γα­τι­κής αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κής Αρι­στε­ράς, να διε­ρευ­νη­θούν τα χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά του ση­με­ρι­νού μνη­μο­νια­κού κυ­βερ­νη­τι­κού ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, έτσι ώστε να απα­ντη­θεί η αι­τιο­λο­γία του γιατί το κόμμα της ιστο­ρι­κής ρι­ζο­σπα­στι­κής Αρι­στε­ράς οδη­γή­θη­κε να με­τα­σχη­μα­τι­σθεί και να λει­τουρ­γεί ως φο­ρέ­ας επι­βο­λής νέων μνη­μο­νί­ων, σε σχέση με την μέχρι το 2015 πο­ρεία του ως εκ­φρα­στή λαϊ­κών συμ­φε­ρό­ντων και διεκ­δι­κή­σε­ων.


 Αυτή η με­τάλ­λα­ξη ήταν προ­ϊ­όν βο­λο­ντα­ρι­στι­κών αλ­λα­γών («προ­δο­σία – κω­λο­τού­μπα» της ηγε­τι­κής του ομά­δας), ή υπήρ­ξε το εν ψυχρώ απο­τέ­λε­σμα της ίδιας της βα­θύ­τε­ρης τα­ξι­κής φυ­σιο­γνω­μί­ας του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ ;

Και πρώτα από όλα χρειά­ζε­ται να απα­ντη­θεί το ερώ­τη­μα του τι δεν ήταν και δεν είναι ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ. Δεν είναι έτσι κλα­σι­κό αστι­κό πο­λι­τι­κό κόμμα, με την έν­νοια της λει­τουρ­γί­ας του ως πο­λι­τι­κού βρα­χί­ο­να της ελ­λη­νι­κής αστι­κής τάξης, ανε­ξάρ­τη­τα από το γε­γο­νός της υπα­γω­γής του στην αστι­κή πο­λι­τι­κή. Η δια­φο­ρο­ποί­η­σή του με την συ­ντη­ρη­τι­κή πα­ρά­τα­ξη είναι σαφής, στο βαθμό που η ΝΔ εκ­προ­σω­πεί ευ­θέ­ως τα συμ­φέ­ρο­ντα και τις επι­διώ­ξεις της ελ­λη­νι­κής ερ­γο­δο­σί­ας και των ανώ­τε­ρων στρω­μά­των των μι­κρο­α­στι­κών τά­ξε­ων. Μ’ αυτή την έν­νοια δεν ταυ­τί­ζε­ται με την δεξιά, πα­ρό­λη την αντι­κει­με­νι­κή σύ­γκλι­ση σε βα­σι­κές μνη­μο­νια­κές κα­τευ­θύν­σεις, κα­ταγ­γέλ­λο­ντάς την ως φορέα του ακραί­ου νε­ο­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμού, και το­πο­θε­τώ­ντας τον εαυτό του στην αντί­πα­λη όχθη.

Δεν είναι εξί­σου και απέ­χει πολύ από το να είναι ένα λαϊκό ερ­γα­τι­κό κόμμα που αντι­πα­λεύ­ει τα μνη­μό­νια και αμ­φι­σβη­τεί τους όρους της σύγ­χρο­νης αστι­κής κυ­ριαρ­χί­ας σ’ όλους τους το­μείς της κοι­νω­νι­κής ζωής (οι­κο­νο­μία, εκ­παί­δευ­ση, πο­λι­τι­σμό κλπ.), προ­σβλέ­πο­ντας στον σο­σια­λι­στι­κό με­τα­σχη­μα­τι­σμό. Πολύ πε­ρισ­σό­τε­ρο που ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ ου­δέ­πο­τε, και όταν λει­τουρ­γού­σε ως αντι­πο­λι­τευ­τι­κή δύ­να­μη, δεν είχε τέ­τοιου εί­δους χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά. Ο κό­σμος της ερ­γα­τι­κής τάξης ήταν ο με­γά­λος «ξένος» στην πο­λι­τι­κή υπό­στα­ση του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ : Τα ερ­γα­τι­κά στρώ­μα­τα, οι άνερ­γοι, οι συ­ντα­ξιού­χοι, οι αυ­το­α­πα­σχο­λού­με­νοι κλπ. του έδω­σαν την εκλο­γι­κή τους προ­τί­μη­ση, ως αντι­μνη­μο­νια­κή δύ­να­μη, σε καμία όμως πε­ρί­πτω­ση δεν εντά­χθη­καν σ’ αυτόν, εφό­σον το ευ­ρύ­τε­ρο πο­λι­τι­κό του στίγ­μα ήταν βα­θειά μι­κρο­α­στι­κό, και ως εκ τού­του δεν δη­μιουρ­γού­σε όρους ορ­γα­νι­κής σχέ­σης με την ερ­γα­τι­κή τάξη.

Τέλος, σε καμία πε­ρί­πτω­ση αυτός ο πο­λι­τι­κός σχη­μα­τι­σμός δεν είναι σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τι­κή πο­λι­τι­κή δύ­να­μη, όπως αρέ­σκο­νται να τον χα­ρα­κτη­ρί­ζουν δυ­νά­μεις της Αρι­στε­ράς (μια και εγκα­τέ­λει­ψε την αρι­στε­ρή του φυ­σιο­γνω­μία), γιατί απου­σιά­ζουν δύο θε­με­λιώ­δη στοι­χεία που χα­ρα­κτή­ρι­σαν την ευ­ρω­παϊ­κή σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τία : Αφε­νός η ορ­γα­νι­κή σχέση εκ­προ­σώ­πη­σης με τμή­μα­τα των δυ­νά­με­ων της μι­σθω­τής ερ­γα­σί­ας (με την εξαί­ρε­ση μιας με­ρί­δας δη­μο­σί­ων υπαλ­λή­λων). – Αφε­τέ­ρου η προ­βο­λή και εφαρ­μο­γή ενός με­ταρ­ρυθ­μι­στι­κού προ­γράμ­μα­τος που να πε­ρι­λαμ­βά­νει την προ­ά­σπι­ση των δη­μό­σιων επι­χει­ρή­σε­ων, την σχε­τι­κή ανα­δια­νο­μή του ει­σο­δή­μα­τος, την βελ­τί­ω­ση των μι­σθο­λο­γι­κών επι­πέ­δων, την ανά­πτυ­ξη των κοι­νω­νι­κών υπη­ρε­σιών του κρά­τους πρό­νοιας. Τί­πο­τε από αυτά δεν χα­ρα­κτή­ρι­σε τον ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ καθώς και όλο το ρεύμα της ανα­νε­ω­τι­κής Αρι­στε­ράς από την με­τα­πο­λί­τευ­ση μέχρι σή­με­ρα.

Η τα­ξι­κή δια­πά­λη στις γραμ­μές της ρι­ζο­σπα­στι­κής Αρι­στε­ράς

Ο ιστο­ρι­κός ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, από τα μέσα της δε­κα­ε­τί­ας του 2000 και μέχρι το κα­λο­καί­ρι του 2012 (όταν ανα­δεί­χθη­κε δη­λα­δή σε αξιω­μα­τι­κή αντι­πο­λί­τευ­ση), λει­τούρ­γη­σε ως ένας αντι-νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρος σχη­μα­τι­σμός, ανοι­χτός στην κοι­νω­νι­κή κί­νη­ση, με ρη­ξι­κέ­λευ­θα χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά (κί­νη­μα απο­τρο­πής ανα­θε­ώ­ρη­σης άρ­θρου 16 του Συ­ντάγ­μα­τος, κί­νη­μα νε­ο­λαί­ας Δε­κέμ­βρη 2008, τα «15 Ση­μεία Στό­χοι Πάλης του Κι­νή­μα­τος» κλπ.). Με την απαρ­χή εφαρ­μο­γής της μνη­μο­νια­κής πο­λι­τι­κής τον Μάϊο του 2010 και την ανά­δει­ξη στο προ­σκή­νιο του πα­νελ­λα­δι­κού απερ­για­κού κι­νή­μα­τος, ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ απέ­κτη­σε κα­θα­ρά αντι­μνη­μο­νια­κά λαϊκά χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά, ση­μα­το­δο­τώ­ντας στην κοι­νω­νία και στο εσω­τε­ρι­κό του την ανα­το­λή ενός ρεύ­μα­τος λαϊ­κού ρι­ζο­σπα­στι­σμού. Όλα αυτά, και με την συ­νέρ­γεια και επί­δρα­ση του κι­νή­μα­τος της πλα­τεί­ας Συ­ντάγ­μα­τος, σε συν­δυα­σμό με την κα­τάρ­ρευ­ση της ελ­λη­νι­κής σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τί­ας , επέ­φε­ραν την ευ­ρεία με­τα­στρο­φή της εκλο­γι­κής βάσης του ΠΑΣΟΚ προς τα αρι­στε­ρά, πράγ­μα που αξιο­ποί­η­σε με επι­τυ­χία ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ (εκλο­γές Μαίου και Ιου­νί­ου 2012).

Η αναρ­ρί­χη­ση στην θέση της αξιω­μα­τι­κής αντι­πο­λί­τευ­σης, πράγ­μα που «μύ­ρι­σε εξου­σία», στά­θη­κε η κο­ρύ­φω­ση του προη­γού­με­νου ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ του λαϊ­κού ρι­ζο­σπα­στι­σμού, αλλά και η απαρ­χή με­τα­σχη­μα­τι­σμού στο κόμμα του μι­κρο­α­στι­κού εκ­συγ­χρο­νι­σμού. Σ’ αυτό το με­ταίχ­μιο πραγ­μα­το­ποι­ή­θη­κε η «άλωση» του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ από τις δυ­νά­μεις του ΣΥΝ, που απαρ­τί­ζο­νταν από στρώ­μα­τα της νέας μι­κρο­α­στι­κής τάξης της δια­νοη­τι­κής ερ­γα­σί­ας (πα­νε­πι­στη­μια­κοί, μη­χα­νι­κοί, δι­κη­γό­ροι, οι­κο­νο­μο­λό­γοι κ.ά.), που κα­τέ­στη­σαν πο­λι­τι­κά πλειο­ψη­φι­κές (προ­ε­δρι­κοί, ανα­νε­ω­τι­κοί, κί­νη­ση 53+), που ήταν αντί­θε­τα στην φυ­σιο­γνω­μία του πρό­τε­ρου ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, αλλά βλέ­πο­ντας την εκλο­γι­κή άνοδο προ­σέ­τρε­ξαν να ακρο­βο­λι­σθούν εν όψει της δια­φαι­νό­με­νης εξου­σί­ας. Από την άλλη πλευ­ρά αυτό το ρεύμα του μι­κρο­α­στι­κού εκ­συγ­χρο­νι­σμού, ήταν εκεί­νο που δια­κρί­νο­νταν και επέ­βα­λε τον εκλο­γι­κι­σμό, τον κυ­βερ­νη­τι­σμό και τον κοι­νο­βου­λευ­τι­σμό, που πα­ρα­γκώ­νι­ζε ολο­σχε­ρώς το λαϊκό ερ­γα­τι­κό κί­νη­μα. Οι δυ­νά­μεις του ρεύ­μα­τος του λαϊ­κού ρι­ζο­σπα­στι­σμού (Αρι­στε­ρή Πλατ­φόρ­μα κλπ.) δεν κα­τόρ­θω­σαν να αντι­δρά­σουν, ή δεν είχαν συ­νεί­δη­ση των εξε­λί­ξε­ων που δρο­μο­λο­γού­νταν.

Μ’ αυτή την έν­νοια ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ από το με­ταίχ­μιο του Ιου­νί­ου 2012 και μέχρι τον Ια­νουά­ριο του 2015, με­τα­σχη­μα­τί­ζο­νταν από κόμμα του λαϊ­κού ρι­ζο­σπα­στι­σμού, με αντι­μνη­μο­νια­κά και εν δυ­νά­μει αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κά χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά, σε σχη­μα­τι­σμό του μι­κρο­α­στι­κού εκ­συγ­χρο­νι­σμού, ενώ η εκλο­γι­κή απή­χη­ση που είχε επι­τύ­χει το ρεύμα του λαϊ­κού ρι­ζο­σπα­στι­σμού δια­τη­ρή­θη­κε (λόγω των λαϊ­κών προσ­δο­κιών), ση­μα­το­δο­τώ­ντας εφε­ξής έναν πο­λι­τι­κό σχη­μα­τι­σμό λαϊ­κής ερ­γα­τι­κής εκ­προ­σώ­πη­σης και ταυ­τό­χρο­να μι­κρο­α­στι­κής εκ­συγ­χρο­νι­στι­κής ηγε­μο­νί­ας. Επρό­κει­το για το ιστο­ρι­κό ρεύμα της «ανα­νέ­ω­σης» που ση­μα­το­δο­τή­θη­κε από το ΚΚΕ εσω­τε­ρι­κού, την Ελ­λη­νι­κή Αρι­στε­ρά, την οι­κου­με­νι­κή συ­γκυ­βέρ­νη­ση του 1989, τον με­τέ­πει­τα Συ­να­σπι­σμό.

Στη νε­ο­ελ­λη­νι­κή με­τα­πο­λι­τευ­τι­κή κοι­νω­νι­κή εξέ­λι­ξη, ένα ση­μα­ντι­κό μέρος των νέων μι­κρο­α­στι­κών τά­ξε­ων της δια­νοη­τι­κής ερ­γα­σί­ας, δεν εν­σω­μα­τώ­νο­νταν στη δεξιά πο­λι­τι­κή (λόγω του αυ­ταρ­χι­κού και αντι­λαϊ­κού της χα­ρα­κτή­ρα), ούτε στην ελ­λη­νι­κή σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τία (λόγω του λαϊ­κού ερ­γα­τι­κού της χα­ρα­κτή­ρα), και έτσι επι­δί­ω­καν να δια­δρα­μα­τί­σουν έναν αυ­το­τε­λή εκ­συγ­χρο­νι­στι­κό πο­λι­τι­κό ρόλο, κυ­ρί­ως ως «συ­μπλή­ρω­μα» της αστι­κής πο­λι­τι­κής (κλα­σι­κό πα­ρά­δειγ­μα οι κυ­βερ­νή­σεις συ­νερ­γα­σί­ας του 1989). Αυτές οι δυ­νά­μεις ήταν κυ­ρί­αρ­χες στο ΚΚΕ εσω­τε­ρι­κού και στην ΕΑΡ, αλλά είχαν και ση­μα­ντι­κή πα­ρου­σία εντός των πλαι­σί­ων του ΚΚΕ, πράγ­μα που συ­νέ­βα­λε στη δη­μιουρ­γία του ενιαί­ου Συ­να­σπι­σμού (ΚΚΕ – ΕΑΡ) της ανα­πτυ­ξιο­λο­γί­ας, του εκ­συγ­χρο­νι­σμού και της συ­ναί­νε­σης.

Η χρυσή ιστο­ρι­κή ευ­και­ρία γι’ αυτές τις δυ­νά­μεις ήρθε όταν ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, μετά την δράση του λαϊ­κού ρι­ζο­σπα­στι­κού ρεύ­μα­τος, κα­τέ­λα­βε τη θέση της αξιω­μα­τι­κής αντι­πο­λί­τευ­σης, που ήταν ο προ­θά­λα­μος για την κα­τά­κτη­ση της κυ­βερ­νη­τι­κής εξου­σί­ας. Ήταν η ευ­και­ρία για τα τμή­μα­τα αυτά της μι­κρο­α­στι­κής τάξης της δια­νοη­τι­κής ερ­γα­σί­ας, που έγι­ναν κυ­ρί­αρ­χα στον ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, να πραγ­μα­τώ­σουν τον ρόλο που επί δε­κα­ε­τί­ες ονει­ρεύ­ο­νταν, και στον οποίο συ­στη­μα­τι­κά ασκού­νταν : Να επι­δεί­ξουν την κυ­βερ­νη­τι­κή «ευ­θύ­νη» της Αρι­στε­ράς, να βά­λουν την εκ­συγ­χρο­νι­στι­κή τους πι­νε­λιά στην κα­πι­τα­λι­στι­κή ανά­πτυ­ξη, να δια­μορ­φώ­σουν ευ­ρεί­ες συ­ναι­νέ­σεις (συ­νε­χείς επι­κλή­σεις του ση­με­ρι­νού ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ προς τις άλλες αστι­κές δυ­νά­μεις στο δρόμο της πα­λιάς λο­γι­κής της ΕΑΔΕ), να κα­τα­δεί­ξουν την χρη­σι­μό­τη­τά τους προς την αστι­κή τάξη, να εγ­γρά­ψουν τον «ορ­θο­λο­γι­σμό» στην άσκη­ση της αστι­κής πο­λι­τι­κής.

Η επι­κρά­τη­ση των δυ­νά­με­ων του μι­κρο­α­στι­κού εκ­συγ­χρο­νι­σμού επέ­φε­ρε όπως ήταν φυ­σι­κό τον πα­ρα­γκω­νι­σμό του ρεύ­μα­τος του λαϊ­κού ρι­ζο­σπα­στι­σμού και την υπό­κλι­ση στις κα­τευ­θύν­σεις της κα­πι­τα­λι­στι­κής ανά­πτυ­ξης (πα­ρα­γω­γι­κή ανα­συ­γκρό­τη­ση, εγκα­τά­λει­ψη της πο­λι­τι­κής ανα­δια­νο­μής του ει­σο­δή­μα­τος κλπ.). Αυτή η υπα­γω­γή του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ στο διά­στη­μα Ιού­νιος 2012 – Ια­νουά­ριος 2015 στα κυ­ρί­αρ­χα αστι­κά συμ­φέ­ρο­ντα, για τα οποία ο μι­κρο­α­στι­σμός απο­τε­λεί ένα ομοει­δές υπο­σύ­νο­λο, επό­με­νο ήταν να βα­ρύ­νει κα­θο­ρι­στι­κά στις εξε­λί­ξεις που ακο­λού­θη­σαν με­τα­ξύ των δύο εκλο­γι­κών ανα­με­τρή­σε­ων (Ια­νουά­ριος – Σε­πτέμ­βριος 2015). Η μνη­μο­νια­κή με­τάλ­λα­ξη δεν ήταν κε­ραυ­νός εν αι­θρία, αλλά ήταν η άμεση συ­νέ­πεια της επι­κρά­τη­σης της αστι­κής πο­λι­τι­κής : Η γο­νυ­κλι­σία στις υπα­γο­ρεύ­σεις των θε­σμών της ευ­ρω­παϊ­κής κα­πι­τα­λι­στι­κής ολο­κλή­ρω­σης (εφαρ­μο­στι­κοί νόμοι των μνη­μο­νί­ων, συ­νε­χής απο­πλη­ρω­μή των δό­σε­ων του χρέ­ους με ταυ­τό­χρο­νη πε­ρι­κο­πή των κοι­νω­νι­κών δα­πα­νών, συ­νε­χής επι­βο­λή φο­ρο­λο­γι­κών επι­βα­ρύν­σε­ων, απο­δε­κα­τι­σμός του ασφα­λι­στι­κού συ­στή­μα­τος κλπ.) ήταν από­το­κος της υπα­γω­γής στα ελ­λη­νι­κά αστι­κά συμ­φέ­ρο­ντα. Τα μνη­μό­νια δεν είναι το απο­τέ­λε­σμα των αφό­ρη­των πιέ­σε­ων των δα­νει­στών στη χώρα, αλλά απε­να­ντί­ας είναι η επι­δί­ω­ξη και το απο­τέ­λε­σμα της κυ­ριαρ­χί­ας των αστι­κών επι­διώ­ξε­ων στον κυ­βερ­νη­τι­κό ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ.

Κυ­ρί­αρ­χη διά­στα­ση: πρι­μο­δό­τη­ση των αστι­κών συμ­φε­ρό­ντων

Προ­κύ­πτει έτσι ότι δεν έχου­με να κά­νου­με με κα­νέ­να είδος γνω­στού πο­λι­τι­κού προ­τύ­που (σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τι­κού, αστι­κού ή αρι­στε­ρού), αλλά για μια ιδιό­τυ­πη πο­λι­τι­κή υπό­στα­ση, που στη­ρί­χθη­κε στην ψήφο της λαϊ­κής πλειο­νό­τη­τας, αλλά εξυ­πη­ρε­τεί τις επι­διώ­ξεις της αστι­κής τάξης, επι­χει­ρώ­ντας ταυ­τό­χρο­να ορι­σμέ­νους εκ­συγ­χρο­νι­σμούς (που και αυτοί ακόμη καρ­κι­νο­βα­τούν), φρο­ντί­ζο­ντας ωστό­σο να καλ­λιερ­γεί ένα προ­ο­δευ­τι­κό και αρι­στε­ρό προ­σω­πείο, ανα­γκαίο για την όποια συ­γκρά­τη­ση των λαϊ­κών εκλο­γι­κών του ερει­σμά­των. Εάν βέ­βαια ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ κα­τόρ­θω­νε και την κα­πι­τα­λι­στι­κή ανά­πτυ­ξη να προ­ω­θή­σει, και στοι­χειώ­δεις λαϊ­κές ανά­γκες να κα­λύ­ψει, τότε πραγ­μα­τι­κά θα μπο­ρού­σε να έχει ισχύ, και να επι­τε­λεί τον ρόλο ενός εί­δους σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τι­κού κόμ­μα­τος. Εντού­τοις αυτό δεν είναι εφι­κτό για δύο προ­φα­νείς λό­γους : Η ανά­καμ­ψη του επι­χει­ρη­μα­τι­κού κε­φα­λαί­ου και της κερ­δο­φο­ρί­ας του προ­ϋ­πο­θέ­τει και απαι­τεί τη μο­νι­μο­ποί­η­ση των μνη­μο­νια­κών μέ­τρων, που είναι απα­ρά­βα­τος όρος για τη στα­θε­ρο­ποί­η­ση και πα­ρα­πέ­ρα άνοδο της κα­πι­τα­λι­στι­κής κερ­δο­φο­ρί­ας. – Από την άλλη έτσι επι­τεί­νε­ται η εξα­θλί­ω­ση και δυ­σπρα­γία της κοι­νω­νι­κής πλειο­νό­τη­τας, που όχι μόνον δεν βλέ­πει την εφαρ­μο­γή μέ­τρων φι­λο­λαϊ­κού χα­ρα­κτή­ρα, αλλά βρί­σκε­ται συ­νε­χώς αντι­μέ­τω­πη με ει­σο­δη­μα­τι­κές μειώ­σεις και φο­ρο­λο­γι­κές επι­βα­ρύν­σεις.

Άρα ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ μπα­τά­ρει μο­νό­πα­τα στην εξυ­πη­ρέ­τη­ση της αστι­κής πο­λι­τι­κής στο ελ­λη­νι­κό και ευ­ρω­παϊ­κό πεδίο, και γι’ αυτό η πο­λι­τι­κή του υπό­στα­ση είναι στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα εξαι­ρε­τι­κά εύ­θραυ­στη και επι­σφα­λής. Πρό­κει­ται για μια κυ­βερ­νη­τι­κή εξου­σία που δεν έχει κοι­νω­νι­κά στρώ­μα­τα στα οποία να μπο­ρεί να βα­σι­στεί, με την εξαί­ρε­ση του πε­ριο­ρι­σμέ­νου με­γέ­θους των μι­κρο­α­στι­κών δυ­νά­με­ων της δια­νοη­τι­κής ερ­γα­σί­ας : Είναι «ξένος» προς την ερ­γα­τι­κή τάξη, με την οποία η ανα­νε­ω­τι­κή Αρι­στε­ρά ποτέ δεν είχε σχέ­σεις, μα­κριά από τα πα­ρα­δο­σια­κά μι­κρο­α­στι­κά στρώ­μα­τα της εκτε­λε­στι­κής ερ­γα­σί­ας, σε από­στα­ση από τις δια­βαθ­μί­σεις της αστι­κής τάξης, της οποί­ας τα συμ­φέ­ρο­ντα εξυ­πη­ρε­τεί, χωρίς όμως να απο­τε­λεί το έμπι­στο και γνή­σιο τέκνο της, που πα­ρα­μέ­νει η συ­ντη­ρη­τι­κή πα­ρά­τα­ξη.

Δια­τη­ρεί­ται έτσι «αδια­τά­ρα­κτα» στην δια­κυ­βέρ­νη­ση της χώρας, για τρεις συ­γκε­κρι­μέ­νους λό­γους, παρά τον εκ­φυ­λι­σμέ­νο του χα­ρα­κτή­ρα : Κατά πρώτο επει­δή οι αστι­κές δυ­νά­μεις βρί­σκουν στον ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ την πο­λι­τι­κή δύ­να­μη που προ­ά­γει τα συμ­φέ­ρο­ντά τους, κα­τορ­θώ­νο­ντας ταυ­τό­χρο­να προς ώρας να εξου­δε­τε­ρώ­νει τις δυ­νη­τι­κές κοι­νω­νι­κές αντι­στά­σεις. – Κατά δεύ­τε­ρο, εξ αι­τί­ας της ιστο­ρι­κής πα­ρακ­μής του ερ­γα­τι­κού κι­νή­μα­τος στην πλειο­ψη­φι­κή ιδιω­τι­κή οι­κο­νο­μία, που πα­ρό­λες τις συ­νε­χείς προ­κλή­σεις αδυ­να­τεί να απα­ντή­σει απο­τε­λε­σμα­τι­κά. – Κατά τρίτο επει­δή έχει απέ­να­ντί του μια ΝΔ που είναι πα­ρα­δο­μέ­νη ψυχή και σώ­μα­τι στον ακραίο νε­ο­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμό (κα­τάρ­γη­ση φο­ρο­λο­γί­ας επι­χει­ρή­σε­ων, ιδιω­τι­κο­ποι­ή­σεις σε όλα τα επί­πε­δα, συρ­ρί­κνω­ση του τομέα των δη­μό­σιων υπη­ρε­σιών κ.ά.), πράγ­μα που λει­τουρ­γεί απω­θη­τι­κά για τα ερ­γα­τι­κά λαϊκά στρώ­μα­τα. Ακόμη και τους αστι­κούς εκ­συγ­χρο­νι­σμούς που δια­κα­ώς επι­θυ­μού­σε να υλο­ποι­ή­σει, για να δι­καιώ­σει εν μέρει την ύπαρ­ξή του (σχέ­σεις με την εκ­κλη­σία, ανα­μόρ­φω­ση του εκ­παι­δευ­τι­κού συ­στή­μα­τος, απο­κα­τά­στα­ση της νο­μι­μό­τη­τας στα ΜΜΕ κλπ.), αδυ­να­τεί να τους προ­ω­θή­σει.

Αν οι δύο από τους τρεις αυ­τούς πα­ρά­γο­ντες (στή­ρι­ξη των αστι­κών δυ­νά­με­ων στις κυ­βερ­νη­τι­κές του πρα­κτι­κές, βα­θειά αντι­λαϊ­κός χα­ρα­κτή­ρας των προ­σα­να­το­λι­σμών της συ­ντη­ρη­τι­κής πα­ρά­τα­ξης) είναι ανε­ξάρ­τη­τοι από την πα­ρέμ­βα­ση των αρι­στε­ρών ρι­ζο­σπα­στι­κών δυ­νά­με­ων, ωστό­σο ο τρί­τος πα­ρά­γο­ντας (κι­νη­το­ποί­η­ση ή αδρά­νεια του λαϊ­κού πα­ρά­γο­ντα) αντι­προ­σω­πεύ­ει το προ­νο­μια­κό πεδίο πα­ρέμ­βα­σης της Αρι­στε­ράς. Το κρί­σι­μο και κα­θο­ρι­στι­κό είναι η επι­κέ­ντρω­ση της αρι­στε­ρής κρι­τι­κής στην κυ­βερ­νη­τι­κή υπη­ρέ­τη­ση των αστι­κών συμ­φε­ρό­ντων, που αυτή προ­κα­λεί την εφαρ­μο­γή των μνη­μο­νί­ων, της επι­τρο­πεί­ας κλπ., επει­δή ο μι­κρο­α­στι­κός εκ­συγ­χρο­νι­σμός είναι η απο­τε­λε­σμα­τι­κό­τε­ρη θε­ρα­παι­νί­δα της αστι­κής πο­λι­τι­κής. Αυτή αντί της εκτρο­πής σε κα­τευ­θύν­σεις μο­νο­διά­στα­της ανά­δει­ξης των όρων της ευ­ρω­παϊ­κής το­κο­γλυ­φι­κής επι­βο­λής, που αφή­νει στο απυ­ρό­βλη­το τον ελ­λη­νι­κό κα­πι­τα­λι­σμό και τα πο­λι­τι­κά του ενερ­γού­με­να. Και από την άλλη πλευ­ρά, δεν αρκεί να ασκού­με αυτή την κρι­τι­κή, να απο­κα­λύ­πτου­με τον αντι­λαϊ­κό χα­ρα­κτή­ρα της μι­κρο­α­στι­κής δια­κυ­βέρ­νη­σης, και από εκεί και πέρα να με­τα­θέ­του­με την επί­λυ­ση των ζη­τη­μά­των στο όταν η Αρι­στε­ρά ανα­δει­χθεί στη δια­κυ­βέρ­νη­ση ή όταν έρθει στο προ­σκή­νιο η ερ­γα­τι­κή εξου­σία. Η λει­τουρ­γία της Αρι­στε­ράς ως άμε­σου ορ­γα­νω­τή των λαϊ­κών δυ­νά­με­ων σε μια κα­τεύ­θυν­ση αντι­μνη­μο­νια­κού χα­ρα­κτή­ρα και αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κού προ­σα­να­το­λι­σμού, είναι η μόνη που μπο­ρεί να αφαι­ρέ­σει το έδα­φος κάτω από τα πόδια του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, να με­τα­στρέ­ψει προς τα αρι­στε­ρά το εκλο­γι­κό του ακρο­α­τή­ριο.

Πηγή : rproject

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου