Θωράκιση της αντιλαϊκής πολιτικής οι αλλαγές στο Σύνταγμα που προωθεί η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ
Η αναθεώρηση του Συντάγματος που προωθεί ο ΣΥΡΙΖΑ προτείνει θεσμικές αλλαγές για τη θωράκιση του αστικού συνασπισμού εξουσίας και τη συναινετική διαχείριση της πολιτικής κρίσης που έχουν προκαλέσει τα αλλεπάλληλα Μνημόνια και η συνεχιζόμενη ευρω-λιτότητα. Γι’ αυτό και η πρότασή του, όπως παραδέχεται στην αιτιολογική έκθεση, «περιλαμβάνει αρκετές από τις προτάσεις Αναθεώρησης της ΝΔ του 2014, αλλά και από τα σημεία αναθεώρησης που πρότεινε πρόσφατα το ΚΙΝΑΛ». Στην πραγματικότητα, ο ΣΥΡΙΖΑ απέχει πολύ από «την πλήρη επαναθεμελίωση του πολιτεύματος σε δημοκρατικότερη και προοδευτική βάση», που διακηρύσσει η αιτιολογική έκθεση της πρότασής του.
Στο οργανωτικό μέρος του Συντάγματος, η σημαντικότερη αλλαγή αφορά την πρόβλεψη για την άμεση εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας από το λαό, εάν δεν συγκεντρωθεί η απαιτούμενη πλειοψηφία για την εκλογή του από τη Βουλή. Αυτή η ρύθμιση διαφημίζεται ως η πλέον δημοκρατική, αλλά στην πραγματικότητα αποτελεί μια επιπλέον ασφαλιστική δικλείδα για την κυρίαρχη τάξη. Ένας ΠτΔ που θα έχει εκλεγεί από το λαό θα έχει την αναγκαία νομιμοποίηση για να μετατραπεί σε εναλλακτικό πόλο εξουσίας. Σε μια εποχή που το πολιτικό τοπίο στην Ευρώπη μοιάζει με κινούμενο άμμο και τα παραδοσιακά κεντροαριστερά και κεντροδεξιά κόμματα αντιμετωπίζουν μια τεράστια κρίση νομιμοποίησης, τέτοια «βοναπαρτιστικά» σενάρια δεν είναι καθόλου μακριά. Την περασμένη άνοιξη, ο Iταλός Πρόεδρος της Δημοκρατίας Σ. Ματαρέλα, χωρίς καν να είναι άμεσα εκλεγμένος, αρνήθηκε στον πρωθυπουργό την τοποθέτηση ενός «ευρωσκεπτικιστή» στη θέση του υπουργού Οικονομικών. Δεν είναι τυχαίο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ το 2006 επέκρινε την ίδια πρόταση, όταν την έκανε η ΝΔ, υποστηρίζοντας ότι «η άμεση εκλογή του ΠτΔ – και στις οριακές περιπτώσεις της αδυναμίας εκλογής του από τη Βουλή – θα διακυβεύσει την ομαλή λειτουργία του πολιτεύματος […] Αλλ’ αυτό δεν είναι το δημοκρατικό ζητούμενο και ανεξάρτητα από την ορθή άποψη ότι η σχετική διάταξη δεν μπορεί να αναθεωρηθεί». Τούτη την πρόταση της ΝΔ έχει το θράσος σήμερα να την προβάλει ως τελευταία λέξη της …αμεσοδημοκρατίας!
Η αντιστροφή της πραγματικότητας δεν σταματά σ’ αυτό το σημείο. Ο ΣΥΡΙΖΑ προτείνει τη συνταγματική κατοχύρωση αναλογικού εκλογικού συστήματος και την εμφανίζει περήφανα ως υλοποίηση ενός διαχρονικού αιτήματος της Αριστεράς. Η απλή αναλογική δεν συμβαδίζει όμως με τη ρητή πρόβλεψη για τη δυνατότητα διατήρησης του αντιδημοκρατικού ορίου του 3% για την είσοδο στη Βουλή. Το όριο αυτό θεσμοθετήθηκε από την κυβέρνηση Μητσοτάκη το 1990-1993 και χρησιμοποιείται από το ΣΥΡΙΖΑ και όλο το πολιτικό σύστημα για τον αποκλεισμό της μαχητικής αντιπολίτευσης των ριζοσπαστικών, αντικαπιταλιστικών και επαναστατικών δυνάμεων. Αντιδημοκρατικό στο χαρακτήρα του μέτρο, όταν καθιερώθηκε είχε αξιοποιηθεί και για να αποκλείσει από τη Βουλή το αυτοτελές κόμμα της μειονότητας της Θράκης. Πέρα από αυτό, η πρόταση για την καθιέρωση του αναλογικού εκλογικού συστήματος συνδυάζεται με την πρόταση για καθιέρωση της «εποικοδομητικής πρότασης δυσπιστίας», δηλαδή την πρόβλεψη ότι πρόταση δυσπιστίας δεν μπορεί να γίνει δεκτή από τη Βουλή παρά μόνο αν υπερψηφίζεται ταυτόχρονα και νέος πρωθυπουργός. Αυτή η ρύθμιση είναι εμπνευσμένη από το γερμανικό Σύνταγμα και μπορεί να οδηγήσει σε ακραία αντιδημοκρατικά αποτελέσματα, αφού θα μπορούν να παραμένουν στην εξουσία κυβερνήσεις μειοψηφίας εάν η αντιπολίτευση είναι πολιτικά ετερόκλιτη. Η ίδια η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ ομολογεί ότι «αυτό είναι ένα μέτρο που ισχυροποιεί την εκάστοτε κυβέρνηση» και «δημιουργεί και τους όρους εκείνους για τετραετείς πολιτικούς κύκλους». Έτσι, η δημοκρατία θυσιάζεται στο βωμό της πολιτικής σταθερότητας και οι πρόωρες εκλογές γίνονται πιο δύσκολες. Σ’ αυτό το πλαίσιο, οι προβλέψεις της πρότασης για την καθιέρωση της λαϊκής νομοθετικής πρωτοβουλίας ή του αιτήματος δημοψηφίσματος με συλλογή υπογραφών μπορούν να λειτουργήσουν μόνο σαν δημοκρατικό άλλοθι για επιμέρους ζητήματα ενώ οι κεντρικές πολιτικές επιλογές της εκάστοτε κυβέρνησης θα είναι προστατευμένες ακόμα και αν είναι μειοψηφικές στην ίδια τη Βουλή.
Στο επίπεδο των δικαιωμάτων, η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ προβάλλει τη διακήρυξη περί θρησκευτικής ουδετερότητας του κράτους. Στην πραγματικότητα, αυτή η αρχή ισχύει και σήμερα, αλλά υπονομεύεται από τη ρήτρα περί επικρατούσας θρησκείας (άρθρο 3), την οποία όμως η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ την αφήνει άθικτη! Το παραδοσιακό αίτημα για το χωρισμό Εκκλησίας-κράτους δίνει τη θέση του σε έναν «αμοιβαία επωφελή» συμβιβασμό, που διατηρεί τα προνόμια της Ιεραρχίας όπως έγινε και με την πρόσφατη συμφωνία για την εκκλησιαστική περιουσία. Παράλληλα, ο ΣΥΡΙΖΑ προτείνει να οριστεί ότι κοινωνικά αγαθά, όπως το νερό και η ηλεκτρική ενέργεια, υπόκεινται σε καθεστώς δημόσιας υπηρεσίας και τελούν υπό δημόσιο έλεγχο. Η συγκεκριμένη πρόβλεψη είναι υποκριτική, αφού η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ ψήφισε στο πλαίσιο του τρίτου Μνημονίου τη μεταφορά των μετοχών ΔΕΗ, ΕΥΔΑΠ και ΕΥΑΘ στο Υπερταμείο. Η ρύθμιση που προτείνει δεν αποκλείει την ιδιωτικοποίηση, αφού και τα Λιμάνια Αθήνας και Θεσσαλονίκης που ιδιωτικοποιήθηκαν τελούν υπό τον έλεγχο της Ρυθμιστικής Αρχής Λιμένων και υπόκεινται σε καθεστώς δημόσιας υπηρεσίας, «απλά» αυτό δεν αφορά τα κέρδη των ιδιωτών ή τους όρους εργασίας... Γενικά, η ρητορεία για την αναβάθμιση των κοινωνικών δικαιωμάτων είναι κενή περιεχομένου, την ίδια στιγμή που η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ δεν περιλαμβάνει δίκαια αιτήματα των εργαζόμενων, όπως την κατάργηση του άρθρου 103 παρ. 8 που χρησιμοποιείται ως άλλοθι για την ομηρία χιλιάδων συμβασιούχων.
Η αντιπολίτευση των παλιών μνημονιακών κομμάτων ΝΔ-ΚΙΝΑΛ ασκεί κριτική στην πρόταση ΣΥΡΙΖΑ από απροκάλυπτα νεοφιλελεύθερες και συντηρητικές θέσεις. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει κάνει σημαία του κόμματός του την αναθεώρηση του άρθρου 16 για να προωθήσει την ίδρυση ιδιωτικών Πανεπιστημίων, ενώ απορρίπτει κάθε αναθεώρηση του άρθρου 3. Ταυτόχρονα, άλλες προτάσεις μιλάνε ακόμα μεγαλύτερη ενίσχυση της εκτελεστικής εξουσίας και καθιέρωση του «χρυσού κανόνα» των ισοσκελισμένων προϋπολογισμών. Το μπλοκ των «Μένουμε Ευρώπη» προσπαθεί να πάρει τη ρεβάνς για την ήττα του στο δημοψήφισμα του 2015 παίρνοντας θάρρος από την κατάντια του ΣΥΡΙΖΑ.
Συνολικά, η συζήτηση για τη συνταγματική αναθεώρηση σημαδεύεται από την προσπάθεια του συστήματος να αντιμετωπίσει την πολιτική κρίση που εντείνεται σε όλη την ΕΕ. Ο ΣΥΡΙΖΑ προωθεί μια πρόταση που επιδιώκει να ξαναστήσει το πολιτικό σύστημα στα πόδια του από τους κλυδωνισμούς που το σημάδεψαν την τελευταία δεκαετία και να το επαναφέρει στα ήρεμα νερά ενός διπολισμού που θα εναλλάσσεται στην κυβέρνηση κάθε τετραετία. Η αντιπρόταση της ΝΔ είναι μια ακόμα πιο αυταρχική και χωρίς προσχήματα επίθεση στα δικαιώματα της εργατικής τάξης και της νεολαίας. Το ισχύον Σύνταγμα μπαίνει στο στόχαστρο, χωρίς βεβαίως να είναι ούτε αριστερό, ούτε προοδευτικό, επειδή στις διατάξεις του υπάρχει το αποτύπωμα των αγώνων και των κατακτήσεων της μεταπολίτευσης.
Δεν είναι τυχαίες λοιπόν οι συναινέσεις μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ. Εξάλλου όλες οι κυβερνήσεις των τελευταίων χρόνων έχουν συναινετικά υπονομεύσει το άρθρο 16 επιτρέποντας τη λειτουργία ενός γαλαξία σχολών, συχνά αμφιλεγόμενων, που πουλάνε προπτυχιακές και μεταπτυχιακές σπουδές σε αποφοίτους λυκείου, αλλά επιβάλλοντας μια κατεύθυνση στα πανεπιστήμια που εξυπηρετεί τις επιχειρήσεις και όχι τις ανάγκες της νεολαίας και της κοινωνίας. Και ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως και οι προηγούμενες κυβερνήσεις μεθοδεύει το άρθρο 16 να έχει συμβολικό μόνο χαρακτήρα.
Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ καλεί τους εργαζόμενους και τη νεολαία να κινητοποιηθούν ενάντια στην αναθεώρηση του Συντάγματος. Οι αγώνες μας είναι σημαντικότεροι από τις έδρες στη Βουλή. Δεν ξεχνάμε ότι το 2006 η κυβέρνηση του Κ. Καραμανλή κίνησε τη διαδικασία αναθεώρησης του Συντάγματος με βασικό πρόταγμα την αναθεώρηση του άρθρου 16 στην οποία συμφωνούσε το ΠΑΣΟΚ, αλλά το κίνημα, με αιχμή τις φοιτητικές καταλήψεις, κατάφερε να ανατρέψει τα σχέδιά τους. Το ίδιο μπορεί και πρέπει να γίνει και τώρα. Η ένταση της ταξικής πάλης είναι ο μόνος δρόμος για να υπερασπιστούμε και να διευρύνουμε τις δημοκρατικές ελευθερίες και τα δικαιώματα της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου