Τα
φετινά γεγονότα του Πολυτεχνείου δεν μπορούν να προσπεραστούν εύκολα.
Μια μικρή ομάδα με αντικομμουνιστικά, φασίζοντα, προβοκατόρικα
χαρακτηριστικά κατάφερε να ακυρώσει μέρος του γιορτασμού του Νοέμβρη και
να τρομοκρατήσει τον κόσμο, κυρίως βασιζόμενη στον τραμπουκισμό και
στον λειψό σεβασμό στην ανθρώπινη ζωή. Μέσα στο κλίμα γενικευμένης
φασιστικοποίησης και μετά το ταξίδι του Τσίπρα στις ΗΠΑ, η δράση της
ξένης αυτής προς το κίνημα ομάδας εντάσσεται και εξυπηρετεί τους
κυβερνητικούς σχεδιασμούς για την υπονόμευση της επετείου.
Με
βάση όμως τα γεγονότα, προκύπτουν σοβαρά ερωτήματα που δεν μπορούν να
απαντηθούν εύκολα. Ομάδες με τέτοια χαρακτηριστικά υπήρξαν και θα
υπάρχουν πάντα, ειδικά σε περιόδους κοινωνικής κρίσης. Το βασικό ζήτημα
είναι πάνω σε ποια δεδομένα πατάει η όποια τέτοια ομάδα και μπορεί να
προκαλεί τέτοια ζημία. Ή μάλλον ακόμα καλύτερα, τι ζημιά έχει ήδη γίνει
και αποκαλύπτεται από την δράση της κάθε ομάδας. Συγκεκριμένα, μπορούμε
να αναφέρουμε την γενική υποχώρηση του κινήματος, το ζήτημα ΣΥΡΙΖΑ, την
εγκατάλειψη του αντιιμπεριαλιστικού χαρακτήρα της επετείου που δίνει το
δικαίωμα σε κάθε πολιτικό άσχετο με αυτήν να την επικαλείται, το κλίμα
αντικομουνισμού-αντιοργανωτισμού. Όμως εδώ θα εστιάσουμε σε ένα
ιδιαίτερα νευραλγικό ζήτημα που αναδείχθηκε: την ιδιοκτησιακή λογική.
Αυτό που δίκαια αηδίασε τον δημοκρατικό κόσμο ήτανε πάνω από όλα η ιδιοκτησιακή λογική της ομάδας αυτής που με θρασυδειλία και με τρομοκρατικές μεθόδους εμφανίστηκε ως πορτιέρης του Πολυτεχνείου και επέβαλλε απαγόρευση κάθε οργανωμένης και αγωνιστικής άποψης. Πώς όμως μπορεί το κίνημα να αντιπαρατεθεί σε μια τέτοια πρακτική, όταν αναπαράγονται στο εσωτερικό του καρικατούρες της ιδιοκτησιακής λογικής, ή δεν ορθώνεται αποτελεσματικό πολιτικό μέτωπο απέναντι σε αυτές;
Σε καμία περίπτωση δεν τσουβαλιάζουμε με τα ερωτήματα που θα θέσουμε δυνάμεις του κινήματος με δυνάμεις ξένες προς το κίνημα. Δεν συγχωνεύουμε ομάδες απέναντι στις οποίες το κίνημα θα πρέπει να ανοίξει μέτωπο, με δυνάμεις μέσα στο κίνημα, στις οποίες πρέπει να ασκηθεί πολιτική κριτική. Είναι όμως ζήτημα ουσιαστικού απολογισμού αν το κίνημα έχει καταφέρει να δημιουργήσει ένα πολιτικό περιβάλλον που να λειτουργεί αποτρεπτικά για την εμφάνιση τέτοιων ομάδων και για την πλήρη απομόνωση τους. Δυστυχώς, πιστεύουμε ότι κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει.
Αυτό που δίκαια αηδίασε τον δημοκρατικό κόσμο ήτανε πάνω από όλα η ιδιοκτησιακή λογική της ομάδας αυτής που με θρασυδειλία και με τρομοκρατικές μεθόδους εμφανίστηκε ως πορτιέρης του Πολυτεχνείου και επέβαλλε απαγόρευση κάθε οργανωμένης και αγωνιστικής άποψης. Πώς όμως μπορεί το κίνημα να αντιπαρατεθεί σε μια τέτοια πρακτική, όταν αναπαράγονται στο εσωτερικό του καρικατούρες της ιδιοκτησιακής λογικής, ή δεν ορθώνεται αποτελεσματικό πολιτικό μέτωπο απέναντι σε αυτές;
Σε καμία περίπτωση δεν τσουβαλιάζουμε με τα ερωτήματα που θα θέσουμε δυνάμεις του κινήματος με δυνάμεις ξένες προς το κίνημα. Δεν συγχωνεύουμε ομάδες απέναντι στις οποίες το κίνημα θα πρέπει να ανοίξει μέτωπο, με δυνάμεις μέσα στο κίνημα, στις οποίες πρέπει να ασκηθεί πολιτική κριτική. Είναι όμως ζήτημα ουσιαστικού απολογισμού αν το κίνημα έχει καταφέρει να δημιουργήσει ένα πολιτικό περιβάλλον που να λειτουργεί αποτρεπτικά για την εμφάνιση τέτοιων ομάδων και για την πλήρη απομόνωση τους. Δυστυχώς, πιστεύουμε ότι κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει.
Συγκεκριμένα:
- Μπορεί να αντιπαρατεθεί το ΚΚΕ με την λογική αυτή; Παρόλο που το ΚΚΕ διατυμπανίζει ότι έχει την οργανωτική δυνατότητα να περιφρουρεί τις διαδικασίες του κινήματος, εμφανίστηκε ιδιαίτερα διστακτικό στο να κάνει κάποια κίνηση μαζικής καταγγελίας ή σπασίματος της απαγόρευσης. Η διστακτικότητα αυτή δεν είναι άσχετη με την υπονόμευση της κομουνιστικής ιδεολογίας στις πλατιές μάζες της νεολαίας, που έχει επιφέρει η δράση της ΚΝΕ. Πρώτα και κύρια, επειδή ήτανε η ΚΝΕ και το ΚΚΕ οι πρώτοι διδάξαντες της «κατάληψης» του ιστορικού χώρου του Πολυτεχνείου, με χαρακτηριστικά αποκλεισμού. Και γιατί τόσα χρόνια με την τραμπούκικη συμπεριφορά της απέναντι σε αγωνιστικές του κινήματος, έχει ρίξει νερό στον μύλο του αντικομουνισμού και έχει δώσει πεδίο ανάπτυξης και μαζικοποίησης των πιο μαύρων και αντικομουνιστικών τάσεων και πρακτικών. Δεν μπορεί λοιπόν το ΚΚΕ να εμφανιστεί ως θεματοφύλακας της ελεύθερης έκφρασης γιατί η ρεφορμιστική του πολιτική γραμμή το έχει οδηγήσει πολλές φορές να εμφανίσει κράνη, αλυσίδες και καδρόνια απέναντι σε άλλες οργανώσεις του κινήματος.
- Μπορεί η ΑΝΤΑΡΣΥΑ και οι δυνάμεις της να σηκώσει αυτό το βάρος; Πέρα του ότι και οι δυνάμεις αυτές συχνά χρησιμοποιούν οργανωτικές μεθόδους για να περάσουν την γραμμή τους στα όργανα του κινήματος, πάσχουν από πλήρη ατολμία ανοίγματος πολιτικού μετώπου απέναντι στην αναρχία ως χώρο. Προσπαθούν να αποπολιτικοποιήσουν την αντιπαράθεση, δεν αποδίδουν στον χώρο της αναρχίας της πολιτικές ευθύνες της υιοθεσίας των ομάδων τέτοιου τύπου. Χαρακτηριστική είναι η ανακοίνωση των φοιτητικών συλλόγων: «Αντικειμενικά η κατάληψη που διεξάγεται αυτή τη στιγμή στο χώρο του Πολυτεχνείου ενισχύει το σχέδιο αυτό και τους καλούμε να αποχωρήσουν άμεσα και να αφήσουν τους ΦΣ να μεταφέρουν τις καταλήψεις τους στο χώρο του Πολυτεχνείου και να υλοποιήσουν τις αποφάσεις των Γενικών τους Συνελεύσεων», όπου φαίνεται έκδηλη η αμηχανία: ποιους καλούμε άραγε να αποχωρήσουν; Πώς ήρθανε αυτοί και με ποιο πολιτικό στίγμα εμφανίζονται; Όταν αποκόπτεται η ιδιοκτησιακή λογική από αυτούς που την έχουν παράξει, είναι αδύνατον για το κίνημα να κερδίσει την αντιπαράθεση εναντίων της. Και οι μετέποιτα, επίσης ανεπαρκείς ανακοινώσεις των οργανώσεων της ΑΝΤΑΡΣΥΑ περισσότερο αποτελούν προϊον πίεσης παρά συνειδητή άποψη.
- Μήπως όμως οι ομάδες της αναρχίας που τιτλοφορήθηκαν από διάφορους ως «σοβαρές» μπορούν να ανοίξουν αυτό το μέτωπο; Πρώτα από όλα, ο προσδιορισμός «σοβαρός» δεν έχει πολιτική βάση. Ακόμα και το δίπολο «κοινωνιστές εναντίων μηδενιστών» είναι επιφανειακό και αδυνατεί να ερμηνεύσει την εσωτερική πολύπλευρη διαμάχη στον αναρχικό χώρο που δεν μπορεί να εξηγηθεί με απλουστευτικά σχήματα. Ειδικά όταν και οι ίδιες αυτές οι δυνάμεις, παραδέχονται ανοιχτά ότι τόσα χρόνια έχουν συμβάλλει στην ανάπτυξη αυτών των «ασόβαρων»(;) πρακτικών και λογικών, και τις έχουν νομιμοποιήσει στον όποιο βαθμό.
- Αν προσπεράσουμε αυτό το ζήτημα που χρειάζεται ειδική ανάλυση, μπορούμε σίγουρα να δούμε θετικά στοιχεία στην ανακοίνωση της Ταξικής Αντεπίθεσης, και στην στάση της που βοήθησε στην απομόνωση της ομάδας. Όμως δεν μπορούμε να προσπεράσουμε μια σειρά προβληματικά ζητήματα, όπως οι ανοιχτές συνεννοήσεις που υπήρξαν με την ομάδα, συνεννοήσεις που μόνο κάποιος που έχει ανοιχτούς διαύλους μπορεί να πράξει. Συνεννοήσεις που οδήγησαν σε μεσοβέζικη λύση του ζητήματος και αρχική αποδοχή ενός μέρους της απαγόρευσης που είχε επιβληθεί (πχ τραπεζάκια). Όπως και της παρουσίας μιας ομάδας στον χώρο του Πολυτεχνείου, που σκόπευε να «παίξει» στην πλάτη του κινήματος, και οι όποιες ενέργειες της, όπως για παράδειγμα κάποιος τραυματισμός ανθρώπου ("κινδυνολογία;"), χρεώνονται πολιτικά στο κίνημα. Μπορεί λοιπόν μια τάση που έχει ανοιχτό δίαυλο με την κάθε είδους αντικομουνιστική ομάδα να εμφανίζεται ως σωτήρας της επετείου, με επέμβαση των «300» άνοιξε το Πολυτεχνείο στον λαό; Ή μήπως και αυτή η δήλωση για τους "300" περιέχει το σπέρμα της ιδιοκτησιακής λογικής.
- Μπορεί άραγε το ΚΚΕ (μ-λ) να εμφανίζεται ως παρατηρητής, ως άμοιρο ευθυνών απέναντι στην κατάσταση, και ως μοναδικός τιμητής του Πολυτεχνείου; Όχι, αυτό αντιβαίνει στην ίδια του την πολιτική πρακτική και θεώρηση του. Παρόλα αυτά μπορούμε να πούμε ότι πρώτον, η οργάνωση μας έχει έγκαιρα ανοίξει μέτωπο με τις λογικές αυτές, και έχει εξηγήσει τους κινδύνους που απειλούν το κίνημα, όταν αφήνει πολιτικά ρήγματα για να εισέρχονται ξένα στοιχεία στο εσωτερικό του, χωρίς αυτή μας η επισήμανση μας να λύνει το ζήτημα. Αποτελεί όμως και αυτή κομμάτι της λύσης. Δεύτερον, η οργάνωση μας έχει ανοίξει ήδη από τις πλατείες σοβαρό μέτωπο απέναντι στην αντικομουνιστική, αντιοργανωτική πρακτική του «έξω τα κόμματα», όταν άλλες δυνάμεις σφύριζαν αδιάφορα ή ακόμα-ακόμα ρίχνανε νερό στον μύλο της αντίδρασης. Τρίτον, σε κινηματικό επίπεδο, και στο πεδίο της όποιας άμεσης απάντησης ήτανε δυνατή, η οργάνωση μας συνέβαλλε αποφασιστικά ώστε να πραγματοποιηθεί η πρώτη πορεία, που έστω σε ένα πρώτο επίπεδο έσπασε το κλίμα τρομοκρατίας που επιβλήθηκε, ενώ παρά τις προβληματικές συμμετείχε στην πορεία της επόμενης μέρας.
Η απάντηση των ουσιαστικών
αυτών ερωτημάτων δεν είναι εύκολη, όμως είναι αναγκαία σε μια μακρά
πορεία απάντησης του ζητήματος της περιφρούρησης του ίδιου του
κινήματος, ειδικά σε μια περίοδο που οι προκλήσεις δεν αφορούν μονάχα το
Πολυτεχνείο αλλά μια σειρά ζητήματα. Γιατί είναι μάλλον ανόητο να
κατηγορούμε το νερό που μπαίνει στο αμπάρι ενός πλοίου, και όχι την
τρύπα που το άφησε.
ΚΚ
Πηγή : antigeitonies
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου