Δευτέρα 9 Ιουλίου 2018

Η ριζοσπαστική Αριστερά και η πάλη ενάντια στον πόλεμο και τον εθνικισμό

του Αντώνη Νταβανέλου 

Είναι γνωστό ότι η εφαρμοσμένη, συγκεκριμένη πολιτική είναι πολύ πιο δύσκολη από τη γενική ιδεολογική προπαγάνδα.

Στην Ελ­λά­δα –ευ­τυ­χώς!– η Αρι­στε­ρά, και ει­δι­κό­τε­ρα η ρι­ζο­σπα­στι­κή Αρι­στε­ρά, έχει δια­τη­ρή­σει σο­βα­ρές ορ­γα­νω­μέ­νες δυ­νά­μεις σε ένα επί­πε­δο υψη­λό­τε­ρο από πολ­λές άλλες χώρες στην Ευ­ρώ­πη.

Αυτό ση­μαί­νει ότι ένα γε­νι­κό ιδε­ο­λο­γι­κό πλαί­σιο ανα­φο­ράς ενά­ντια στον ιμπε­ρια­λι­σμό, τον πό­λε­μο, τον εθνι­κι­σμό, «υπο­στη­ρί­ζε­ται» από ένα αξιο­ση­μεί­ω­το δυ­να­μι­κό, που δια­θέ­τει για τη δράση του ορι­σμέ­να «ερ­γα­λεία»: εφη­με­ρί­δες, πε­ριο­δι­κά, sites, «με­τω­πι­κές» συ­γκρο­τή­σεις κ.ά.

Όμως, μπρο­στά στις δο­κι­μα­σί­ες της συ­γκε­κρι­μέ­νης πο­λι­τι­κής, αυτό το δυ­να­μι­κό κα­τα­τρί­βε­ται, πο­λυ­δια­σπά­ται και, τε­λι­κά, εξου­δε­τε­ρώ­νε­ται πο­λι­τι­κά, αδυ­να­τώ­ντας να πάρει πρω­το­βου­λί­ες μιας κά­ποιας κλί­μα­κας.

Δύο είναι σε αυτό το πεδίο οι σο­βα­ρό­τε­ρες δο­κι­μα­σί­ες της πε­ριό­δου που δια­νύ­ου­με: Η αντι­με­τώ­πι­ση της συμ­φω­νί­ας Τσί­πρα-Ζά­εφ για το Μα­κε­δο­νι­κό και η αντι­με­τώ­πι­ση της όξυν­σης του ελ­λη­νο­τουρ­κι­κού αντα­γω­νι­σμού, του κιν­δύ­νου για «θερμό»-πο­λε­μι­κό επει­σό­διο στο Αι­γαίο ή στην Ανα­το­λι­κή Με­σό­γειο.

Μα­κε­δο­νι­κό

Η πο­λι­τι­κή απά­ντη­ση στη συμ­φω­νία Τσί­πρα-Ζά­εφ, υπό κα­νο­νι­κές συν­θή­κες, θα έπρε­πε να ήταν πιο εύ­κο­λη απ’ ό,τι η απά­ντη­ση στην από­πει­ρα για το σχέ­διο Ανάν στην Κύπρο, πριν από κά­ποια χρό­νια. Και όμως, επα­να­λαμ­βά­νο­νται ανά­λο­γες πα­θο­γέ­νειες, που δεί­χνουν αδυ­να­μία εξα­γω­γής συ­μπε­ρα­σμά­των.

Η συμ­φω­νία Τσί­πρα-Ζά­εφ έχει συ­γκε­κρι­μέ­να χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά:

α) Είναι προ­φα­νές ότι έχει υπα­γο­ρευ­τεί από τους ιμπε­ρια­λι­στι­κούς σχη­μα­τι­σμούς, από το ΝΑΤΟ και την ΕΕ, προ­ω­θώ­ντας μια γρή­γο­ρη «διεύ­ρυν­σή» τους στα Δυ­τι­κά Βαλ­κά­νια. Είναι γνω­στό ότι το ΝΑΤΟ και η ΕΕ είναι δυ­νά­μεις από καιρό «πα­ρού­σες» στα Βαλ­κά­νια, έχουν δυ­να­μι­κά μπει στην πε­ριο­χή από τις αρχές της δε­κα­ε­τί­ας του ’90. Όμως αυτό δεν αρκεί για να υπο­βαθ­μί­σει τη ση­μα­σία της κλι­μά­κω­σης που σή­με­ρα επι­χει­ρεί­ται: τώρα δεν «μπαί­νει» το ΝΑΤΟ και η ΕΕ στα Βαλ­κά­νια, τώρα μπαί­νει η Δη­μο­κρα­τία της Μα­κε­δο­νί­ας, η Αλ­βα­νία και, προ­ο­πτι­κά, η Σερ­βία, στους ιμπε­ρια­λι­στι­κούς συ­να­σπι­σμούς, με στόχο μια κατά πολύ στα­θε­ρό­τε­ρη και εν­σω­μα­τω­μέ­νη «αξιο­ποί­η­ση» της πε­ριο­χής, σε μια πε­ρί­ο­δο όπου οι αντα­γω­νι­σμοί γε­νι­κά οξύ­νο­νται.

Όποιος υπο­τι­μή­σει αυτό το στοι­χείο, όποιος υπο­βαθ­μί­σει την ανά­γκη της αντι­ι­μπε­ρια­λι­στι­κής ιδε­ο­λο­γι­κής προ­πα­γάν­δας και συ­γκε­κρι­μέ­νης πο­λι­τι­κής στά­σης, είναι κα­τα­δι­κα­σμέ­νος να με­τα­το­πι­στεί προς συ­νο­λι­κό­τε­ρη συ­ντη­ρη­τι­κή το­πο­θέ­τη­ση. Αυτή είναι η εμπει­ρία από τις δια­μά­χες στην εποχή του πο­λέ­μου στη Γιου­γκο­σλα­βία και, αρ­γό­τε­ρα, των συ­ζη­τή­σε­ων για το σχέ­διο Ανάν. Τότε, ένα τμήμα που κα­θο­ρί­στη­κε από μια γε­νι­κό­λο­γη τάση δια­φο­ρο­ποί­η­σης κυ­ρί­ως με τον «εθνι­κι­σμό», έκανε το βήμα να απο­δε­χθεί το ΝΑΤΟ, την ΕΕ και τις συν­δε­μέ­νες μαζί τους κυ­βερ­νή­σεις (την ελ­λη­νι­κή, την κυ­πρια­κή…) ως τμήμα της απά­ντη­σης στην τρέλα του εθνι­κι­σμού και του πο­λέ­μου. Για να κα­τα­λή­ξει –ευ­τυ­χώς όχι όλο…– στην αγκα­λιά του κο­σμο­πο­λι­τι­σμού, στην «αυλή» του Γ. Πα­παν­δρέ­ου και μέσω αυτού στο σο­σιαλ­φι­λε­λεύ­θε­ρο «κέ­ντρο».

β) Όμως η συμ­φω­νία δεν είναι μια αφη­ρη­μέ­νη προ­ώ­θη­ση του ιμπε­ρια­λι­στι­κού ελέγ­χου στην πε­ριο­χή. Το ΝΑΤΟ και η ΕΕ κι­νού­νται με συ­γκε­κρι­μέ­νες συμ­μα­χί­ες με τις το­πι­κές δυ­νά­μεις και σε μια κυ­νι­κή, αλλά σαφή, εκτί­μη­ση για το συ­σχε­τι­σμό δύ­να­μης με­τα­ξύ των το­πι­κών συμ­μά­χων τους. Η συμ­φω­νία κα­θο­ρί­ζε­ται από την εκτί­μη­ση των Δυ­τι­κών ότι το στα­θε­ρό­τε­ρο ση­μείο στή­ρι­ξής τους είναι το ελ­λη­νι­κό κρά­τος και ο ελ­λη­νι­κός κα­πι­τα­λι­σμός.

Γι’ αυτό υπο­χρε­ώ­νουν τη Δη­μο­κρα­τία της Μα­κε­δο­νί­ας να αλ­λά­ξει το συ­νταγ­μα­τι­κό όνομά της, να απο­δε­χθεί τους βα­σι­κούς όρους της Αθή­νας, πα­ρό­λο που 140 χώρες την είχαν ανα­γνω­ρί­σει ως Μα­κε­δο­νία σκέτο, πα­ρό­λο που ο χρό­νος που έχει κυ­λή­σει, είχε, σε ένα βαθμό, δη­μιουρ­γή­σει τε­τε­λε­σμέ­νο.

Είναι σαφές ότι η συμ­φω­νία ανα­γνω­ρί­ζει στο ελ­λη­νι­κό κρά­τος και τους Έλ­λη­νες κα­πι­τα­λι­στές ση­μα­ντι­κό ρόλο στην πε­ριο­χή, ρόλο συ­ντο­νι­στή της να­τοϊ­κής και ευ­ρω­παϊ­κής «διεύ­ρυν­σης». Πάνω σε αυτό το στοι­χείο χτί­ζει ο Τσί­πρας. Επι­χει­ρώ­ντας να απο­δεί­ξει ότι η σκαν­δα­λώ­δης «ευ­ε­λι­ξία» του απέ­να­ντι στον Τραμπ και τη Μέρ­κελ μπο­ρεί να οδη­γή­σει σε «εθνι­κές επι­τυ­χί­ες». Και να οδη­γή­σει έτσι τον ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ σε μια κά­ποια ανά­καμ­ψη, όχι πλέον ως κέ­ντρο μιας κά­ποιας ρι­ζο­σπα­στι­κής Αρι­στε­ράς, αλλά ως κα­θο­δη­γη­τή του «εθνι­κού χώρου», της με­γά­λης «δη­μο­κρα­τι­κής πα­ρά­τα­ξης», που θα διεκ­δι­κεί (όπως πα­λιό­τε­ρα το ΠΑΣΟΚ…) μια με­τά­βα­ση στη (νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρη κα­πι­τα­λι­στι­κή) ανά­πτυ­ξη σε συν­δυα­σμό με τις «επι­τυ­χί­ες» σε βάρος ασθε­νέ­στε­ρων γει­τό­νων.

Τού­των δο­θέ­ντων, είναι απο­λύ­τως λάθος η εκτί­μη­ση ενός τμή­μα­τος της ρι­ζο­σπα­στι­κής Αρι­στε­ράς που αντι­με­τώ­πι­σε «θε­τι­κά» τη συμ­φω­νία (είτε με τη μορφή «η Αρι­στε­ρά να αξιο­ποι­ή­σει τις δυ­να­τό­τη­τες που ανοί­γο­νται», είτε με τη μορφή «ένα ση­μα­ντι­κό βήμα» στις σχέ­σεις με­τα­ξύ Ελ­λά­δας και Δη­μο­κρα­τί­ας της Μα­κε­δο­νί­ας).

Η υπαρ­κτή Αρι­στε­ρά στη Δη­μο­κρα­τία της Μα­κε­δο­νί­ας, με τη στάση της, δεί­χνει το δρόμο αντι­με­τώ­πι­σης. Ένα σύν­θη­μα της Levica (Αρι­στε­ρά): «Στο ΝΑΤΟ; Όχι, ούτε με το συ­νταγ­μα­τι­κό όνομά μας!» κάνει ένα σωστό συν­δυα­σμό, που πε­ρι­λαμ­βά­νει και σωστή ιε­ράρ­χη­ση των κα­θη­κό­ντων. Προει­δο­ποιεί ότι η να­τοϊ­κή διεύ­ρυν­ση οδη­γεί στην κλι­μά­κω­ση των εθνι­κι­στι­κών αντα­γω­νι­σμών και σε επι­κίν­δυ­να μο­νο­πά­τια, ενώ δεν πα­ραι­τεί­ται από το δι­καί­ω­μα στον αυ­το­προσ­διο­ρι­σμό, ενα­πο­θέ­το­ντάς το στην ανά­πτυ­ξη των σχέ­σε­ων ανά­με­σα στα κι­νή­μα­τα και ανά­με­σα στις δυ­νά­μεις της Αρι­στε­ράς στην πε­ριο­χή.

Είναι κα­θα­ρό ότι η ρι­ζο­σπα­στι­κή Αρι­στε­ρά οφεί­λει να απα­ντή­σει ΟΧΙ στη συμ­φω­νία Ζά­εφ-Τσί­πρα.

Όμως αυτό το ΟΧΙ οφεί­λει, ταυ­τό­χρο­να, να κα­το­χυ­ρώ­σει την αντι­ι­μπε­ρια­λι­στι­κή-αντι­πο­λε­μι­κή-διε­θνι­στι­κή επι­χει­ρη­μα­το­λο­γία του, σε πλήρη αντί­θε­ση και ρήξη με τον «απορ­ρι­πτι­σμό» της Δε­ξιάς και της ακρο­δε­ξιάς, που έχουν άλλα πολύ πιο επι­κίν­δυ­να κί­νη­τρα.

Και εδώ πα­ρου­σιά­ζε­ται το άλλο δια­λυ­τι­κό λάθος.

Η επι­μο­νή στα επι­χει­ρή­μα­τα περί «αλυ­τρω­τι­σμού» των γει­τό­νων μας, η ελα­στι­κή αντι­με­τώ­πι­ση των συλ­λα­λη­τη­ρί­ων, η δια­τή­ρη­ση επα­φών με ομά­δες και πρό­σω­πα του «πα­τριω­τι­κού» χώρου (που εξα­κο­λου­θεί να αντα­γω­νί­ζε­ται με τον Ιβάν Σαβ­βί­δη και τον Φρά­γκο Φρα­γκού­λη στα πεδία των «μα­κε­δο­νο­μά­χων») οδη­γεί σε υπο­τί­μη­ση του κιν­δύ­νου της ακρο­δε­ξιάς, σε νο­μι­μο­ποί­η­ση των αντι­δρα­στι­κών συλ­λα­λη­τη­ρί­ων, σε έμ­με­ση δι­καί­ω­ση του… Τσί­πρα. Πρό­κει­ται για λάθος κυ­ριο­λε­κτι­κά αυ­το­κτο­νι­κό, καθώς αγ­γί­ζει έναν αξια­κό και ταυ­το­τι­κό πυ­ρή­να θέ­σε­ων, χωρίς τις οποί­ες δεν μπο­ρεί να υπάρ­ξει κα­νέ­να εγ­χεί­ρη­μα της ρι­ζο­σπα­στι­κής Αρι­στε­ράς.

Δια­τυ­πώ­νο­ντας ένα κα­θα­ρό ΟΧΙ στους χει­ρι­σμούς και στις εξαγ­γε­λί­ες του Τσί­πρα, το δύ­σκο­λο κα­θή­κον που θα έχου­με μπρο­στά μας είναι ο απο­φα­σι­στι­κός και πλή­ρης δια­χω­ρι­σμός από το εθνι­κι­στι­κό και φι­λο­πό­λε­μο ΟΧΙ. Μια πα­ρά­δο­ση «αρι­στε­ρού εθνι­κι­σμού» μέσα στις ορ­γα­νώ­σεις και στους αν­θρώ­πους της Αρι­στε­ράς στην Ελ­λά­δα προ­σθέ­τει δυ­σκο­λί­ες σε αυτό το κα­θή­κον και πρέ­πει να αντι­με­τω­πι­στεί με συ­νει­δη­τό και συ­στη­μα­τι­κό τρόπο.

Τα ελ­λη­νο­τουρ­κι­κά

Το πραγ­μα­τι­κά κρί­σι­μο πεδίο της πε­ριό­δου είναι το μέ­τω­πο του ελ­λη­νο­τουρ­κι­κού αντα­γω­νι­σμού.

Κά­ποιοι σύ­ντρο­φοι επα­φί­ω­νται στη δύ­να­μη της λο­γι­κής. Υπεν­θυ­μί­ζουν ότι με βάση τα συμ­φέ­ρο­ντα των λαών, αλλά ακόμα και με βάση τα συμ­φέ­ρο­ντα των χωρών και των ηγε­τι­κών τους τά­ξε­ων, μια εκτός ελέγ­χου αντι­πα­ρά­θε­ση θα είναι τρε­λο­κο­μείο. Επι­μέ­νουν ότι «πό­λε­μος, δεν θα γίνει». Έχουν πολλά δίκια. Όμως, ο κα­πι­τα­λι­σμός στην πε­ρί­ο­δο της κρί­σης και της σήψης του δεν λει­τουρ­γεί, πάντα, με τα κρι­τή­ρια της λο­γι­κής. Όταν στην ανα­το­λι­κή Με­σό­γειο «συ­νω­στί­ζο­νται» στό­λοι και αε­ρο­πο­ρί­ες, όταν οι διεκ­δι­κή­σεις (έστω και εκα­τέ­ρω­θεν) κλι­μα­κώ­νο­νται, όταν με τη μέ­θο­δο των τε­τε­λε­σμέ­νων επι­χει­ρεί­ται η βά­ναυ­ση πα­ρα­βί­α­ση των συ­σχε­τι­σμών, τότε η κα­τά­στα­ση γί­νε­ται πραγ­μα­τι­κά επι­κίν­δυ­νη.

Το ΚΚΕ, σωστά, έχει ανοί­ξει στο εσω­τε­ρι­κό του τη συ­ζή­τη­ση για τη στρα­τη­γι­κή των κο­μου­νι­στών στο εν­δε­χό­με­νο ενός πο­λέ­μου, αλλά και τη σχέση αυτού του εν­δε­χό­με­νου με το κοι­νω­νι­κό ζή­τη­μα, το ζή­τη­μα της ανα­τρο­πής του κα­πι­τα­λι­σμού. Όμως σε όλα τα συ­γκε­κρι­μέ­να ζη­τή­μα­τα του ελ­λη­νο­τουρ­κι­κού αντα­γω­νι­σμού, με τη μέ­θο­δο της υπε­ρά­σπι­σης των «κυ­ριαρ­χι­κών δι­καιω­μά­των της χώρας» κα­τα­λή­γει στη θέση ότι η από­λυ­τη τρέλα μιας ελ­λη­νο­τουρ­κι­κής σύ­γκρου­σης –ή ενός «θερ­μού» επει­σο­δί­ου που, όμως, θα επι­δει­νώ­σει δρα­μα­τι­κά τις σχέ­σεις με­τα­ξύ των δύο χωρών– θα έχει «αμυ­ντι­κό χα­ρα­κτή­ρα» από την πλευ­ρά του ελ­λη­νι­κού κρά­τους. Με το πρό­σχη­μα μιας γε­νι­κό­λο­γης «αντι­πο­λε­μι­κής προ­ε­τοι­μα­σί­ας», κα­τα­λή­γει στην αποχή από κάθε συ­γκε­κρι­μέ­νη πο­λι­τι­κή μάχη που… εμπο­δί­ζει τον πό­λε­μο.

Το ίδιο κά­νουν οι σύ­ντρο­φοι που ανα­λύ­ουν τα ελ­λη­νο­τουρ­κι­κά με το πρί­σμα της διαρ­κούς και μο­νο­με­ρούς «τουρ­κι­κής επι­θε­τι­κό­τη­τας». Είναι η απο­δο­χή με­γά­λου τμή­μα­τος της πα­σο­κι­κής κλη­ρο­νο­μιάς του «πα­τριω­τι­κού χώρου», με βάση την οποία ο Α. Πα­παν­δρέ­ου έχτι­σε την ηγε­μο­νία του πάνω στα λαϊκά στρώ­μα­τα, στη­ρι­ζό­με­νος, όμως, σε με­γά­λο τμήμα της κυ­ρί­αρ­χης τάξης.

Αυτή η ανά­λυ­ση δεν επι­κοι­νω­νεί πλέον με την πραγ­μα­τι­κό­τη­τα: δεν μπο­ρεί να εντά­ξει στις ερ­μη­νεί­ες της τις διεκ­δι­κή­σεις του ελ­λη­νι­κού κρά­τους σε τε­ρά­στιο τμήμα της ανα­το­λι­κής Με­σο­γεί­ου, δεν μπο­ρεί να ερ­μη­νεύ­σει τις άρι­στες σχέ­σεις της ελ­λη­νι­κής κυ­βέρ­νη­σης με τις ΗΠΑ την ώρα που διευ­ρύ­νε­ται το ρήγμα με­τα­ξύ ΝΑΤΟ και Τουρ­κί­ας του Ερ­ντο­γάν, δεν μπο­ρεί να «ται­ριά­ξει» ένα γε­νι­κό φι­λο­ρω­σι­κό προ­σα­να­το­λι­σμό της με τη δια­πί­στω­ση ότι οι σχέ­σεις Τουρ­κί­ας-Ρω­σί­ας βελ­τιώ­νο­νται θε­α­μα­τι­κά κ.ο.κ.

Σχε­δόν όλοι ανα­γνω­ρί­ζουν ως αντι­δρα­στι­κό και επι­κίν­δυ­νο τον «άξονα» με­τα­ξύ Ελ­λά­δας-Κύ­πρου-Αι­γύ­πτου και κρά­τους του Ισ­ρα­ήλ. Και ευ­τυ­χώς. Όμως αυτή η πο­λι­τι­κή κα­τα­δί­κη δεν επε­κτεί­νε­ται στο προ­γραμ­μα­τι­κό πλαί­σιο του «άξονα». Που είναι η μοι­ρα­σιά της Ανα­το­λι­κής Με­σο­γεί­ου με­τα­ξύ των μελών του και η δια­σφά­λι­ση της εκ­με­τάλ­λευ­σης των υδρο­γο­ναν­θρά­κων της πε­ριο­χής από τις με­γά­λες πε­τρε­λαϊ­κές εται­ρί­ες της Δύσης.

Τα ανά­λο­γα ισχύ­ουν και στο ζή­τη­μα των εξο­πλι­σμών. Οι πα­ραγ­γε­λί­ες της κυ­βέρ­νη­σης Τσί­πρα για τον «εκ­συγ­χρο­νι­σμό» της πο­λε­μι­κής αε­ρο­πο­ρί­ας και το αί­τη­μα για αγορά υπερ-φρε­γα­τών τύπου FREMM από τη Γαλ­λία, πέ­ρα­σαν σχε­δόν αδια­μαρ­τύ­ρη­τα και μά­λι­στα σε συν­θή­κες βα­θιάς οι­κο­νο­μι­κής και κοι­νω­νι­κής κρί­σης.

Αν στο μέ­τω­πο αυτό, η ρι­ζο­σπα­στι­κή Αρι­στε­ρά δεν βρει τη δύ­να­μη να χα­ρά­ξει δική της ανε­ξάρ­τη­τη στάση, τότε μένει άοπλη μπρο­στά σε ένα ση­μα­ντι­κό κίν­δυ­νο στην πε­ριο­χή, αλλά και ανο­χύ­ρω­τη απέ­να­ντι στην επιρ­ροή των αστι­κών δυ­νά­με­ων και κυ­ρί­ως αυτών του κυ­βερ­νη­τι­κού στρα­το­πέ­δου.

Πρω­το­βου­λί­ες

Είναι φυ­σιο­λο­γι­κό ότι η συ­ζή­τη­ση αυτή θα συ­νε­χί­σει μέσα στον κόσμο της Αρι­στε­ράς για μακρύ διά­στη­μα. Όμως η συ­ζή­τη­ση πρέ­πει να συν­δυα­στεί με πο­λι­τι­κές πρω­το­βου­λί­ες.

Η ΔΕΑ επέ­λε­ξε στις μέρες των πρώ­των εθνι­κι­στι­κών συλ­λα­λη­τη­ρί­ων για το Μα­κε­δο­νι­κό να υπο­γρά­ψει μαζί με άλλες ορ­γα­νώ­σεις της ρι­ζο­σπα­στι­κής-αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κής Αρι­στε­ράς την κοινή δή­λω­ση που κα­λού­σε στην απο­μό­νω­ση των εθνι­κι­στών, που ορ­γά­νω­ναν τα συλ­λα­λη­τή­ρια, και τον κόσμο της Αρι­στε­ράς στην πλήρη αντι­πα­ρά­θε­ση με αυτές τις αντι­δρα­στι­κές κι­νη­το­ποι­ή­σεις.

Σή­με­ρα, υπο­γρά­φου­με μαζί με δυ­νά­μεις της ρι­ζο­σπα­στι­κής-αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κής Αρι­στε­ράς ένα πλαί­σιο που καλεί σε συ­στη­μα­τι­κή δράση ενά­ντια στον πό­λε­μο, τον ιμπε­ρια­λι­σμό, τον εθνι­κι­σμό. Θε­ω­ρού­με ότι αυτό το πλαί­σιο είναι πιο ισορ­ρο­πη­μέ­νο και μπο­ρεί να απο­τε­λέ­σει βάση κοι­νής δρά­σης, σε με­γα­λύ­τε­ρο βαθμό απ’ ό,τι άλλες αντί­στοι­χες προ­σπά­θειες που ανα­κοι­νώ­θη­καν.

Σε ό,τι μας αφορά, θα προ­σπα­θή­σου­με να μην πά­ρουν οι υπαρ­κτές δια­φο­ρές στην ανά­λυ­ση και στα πο­λι­τι­κά επι­χει­ρή­μα­τα δια­στά­σεις διά­σπα­σης, σε μια από­πει­ρα που ούτως ή άλλως έχει με­γά­λες πο­λι­τι­κές δυ­σκο­λί­ες.

Η κοινή δια­δή­λω­ση ενά­ντια στη Σύ­νο­δο του ΝΑΤΟ στην πε­ριο­χή θε­ω­ρού­με ότι πρέ­πει να είναι ένα πρώτο βήμα σύ­γκλι­σης των προ­σπα­θειών και δη­μιουρ­γί­ας προ­ϋ­πο­θέ­σε­ων για γε­νι­κό­τε­ρη κοινή δράση ενά­ντια στον πό­λε­μο, τον ιμπε­ρια­λι­σμό, τον εθνι­κι­σμό.

Και μπρο­στά στο σύ­νο­λο των πο­λι­τι­κών εξε­λί­ξε­ων, εξα­κο­λου­θού­με να πι­στεύ­ου­με ότι οι δυ­νά­μεις της ΛΑΕ, της ΑΝΤΑΡ­ΣΥΑ και οι άλλες ρι­ζο­σπα­στι­κές αρι­στε­ρές συλ­λο­γι­κό­τη­τες που απο­σπά­στη­καν από τον ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ το 2015, οφεί­λουν να πα­ρου­σιά­σουν κοινό «κορμό», τόσο μέσα στο μα­ζι­κό κί­νη­μα, όσο και στον πο­λι­τι­κό αγώνα.

*Ανα­δη­μο­σί­ευ­ση από την Ερ­γα­τι­κή Αρι­στε­ρά

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου