Γράφει ο Γεράσιμος Αραβανής.
Ο ΣΥΡΙΖΑ υπέστη σοβαρή ήττα χάνοντας από το Μάιο του 2014 185 χιλιάδες ψήφους και από τις βουλευτικές εκλογές του Σεπτέμβρη του 2015 590 χιλιάδες και ποσοστό σχεδόν 12%. Είναι μία μεγάλη ήττα που ανάγκασε τον πρωθυπουργό να προκηρύξει εκλογές. Πρέπει να σημειώσουμε ότι διατήρησε ένα σοβαρό ποσοστό της τάξης του 23 -24% που τον καθιστά το δεύτερο πόλο του δικομματισμού μαζί με τη Νέα Δημοκρατία, χωρίς, τουλάχιστον αυτή τη στιγμή, να έχει φόβο ότι θα υποσκελιστεί από το ΚΙΝΑΛ, το οποίο συγκέντρωσε το 1/3 του εκλογικού ποσοστού του ΣΥΡΙΖΑ.
Η Νέα Δημοκρατία με ένα 1.858.000 χιλιάδες ψήφους περίπου και ποσοστό 33,12% αυξάνει τις ψήφους της κατά 600 χιλιάδες, δηλαδή κατά 10,47% και κατά 330 χιλιάδες ψήφους από το Σεπτέμβρη του 2015, όταν είχε υποστεί μεγάλη ήττα από το ΣΥΡΙΖΑ και απομακρύνθηκε από την κυβέρνηση.
Το ΚΙΝΑΛ χωρίς να εντυπωσιάσει με το αποτέλεσμα που έφερε, 433 χιλιάδες ψήφους περίπου και 7,72% ποσοστό σταθεροποιεί και αυξάνει τις δυνάμεις του όταν πολλοί προέβλεπαν νέα μείωση του.
Το ΚΙΝΑΛ χωρίς να εντυπωσιάσει με το αποτέλεσμα που έφερε, 433 χιλιάδες ψήφους περίπου και 7,72% ποσοστό σταθεροποιεί και αυξάνει τις δυνάμεις του όταν πολλοί προέβλεπαν νέα μείωση του.
Στον κεντρώο χώρο παλαιότερα και πρωτοεμφανιζόμενα κόμματα συγκεντρώνουν μαζί ορισμένες ποσοστιαίες μονάδες.
Πολύ ερμήνευσαν την κάμψη των ποσοστών της Χρυσής Αυγής 274 χιλιάδες ψήφους και 4,88% ποσοστό από 536 χιλιάδες ψήφους και ποσοστό 9.39% το Μάιο του 2014 ως ένα γεγονός εξαιρετικά μεγάλης σημασίας γιατί η Χρυσή Αυγή είναι κατά τη γνώμη τους ένα ανοιχτά ναζιστικό και μιλιταριστικό κόμμα. Πρέπει όμως κανείς να προσμετρήσει πέραν της Χρυσής Αυγής νέα ακροδεξιά σχήματα που αναδύθηκαν η προϋπήρχαν και αύξησαν τις δυνάμεις τους, Ελληνική Λύση, ΛΑΟΣ, ΑΝΕΛ, Δημιουργία Ξανά, Ελεύθερη Πατρίδα κλπ που προσεγγίζουν το 9% έως 10% και μαζί με τη Χρυσή Αυγή πλησιάζουν το 15%.
Χωρίς να παραβλέψει κανείς τις διαφορές μεταξύ τους, ελλοχεύει ο κίνδυνος στο όνομα της επικινδυνότητας της Χρυσής Αυγής να υποσταλεί το μέτωπο εναντίον τους. Αν κάποια από αυτά ευδοκιμήσουν θα αποτελέσουν σημαντικές συμπληρωματικές λύσεις για τη δημιουργία δεξιών κυβερνήσεων, αν και όταν χρειαστεί, θα ωθούν σε μεγαλύτερη συντηρητικοποίηση της πολιτικής και κοινωνικής ζωής και από αυτή την άποψη συνιστούν σοβαρό πρόβλημα.
Αξιοσημείωτο είναι το ποσοστό του ΜΕΡΑ25 168 χιλιάδες ψήφοι περίπου και ποσοστό σχεδόν 3% χωρίς κόμμα, χωρίς οργανώσεις και κάποια υποδομή που οριακά δεν εξέλεξε ευρωβουλευτή κάτι που τελικά κατάφερε η Ελληνική λύση.
Στο χώρο της αριστεράς τα πράγματα είναι δυσοίωνα. Η ΛΑΕ με 31 χιλιάδες ψήφους και ποσοστό 0,56% από 155 χιλιάδες ψήφους και 2,86% που είχε το Σεπτέμβρη του 2015 βρίσκεται στα όρια της επιβίωσης. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ με 36.000 ψήφους και 0,64% ποσοστό έχει απώλειες 5263 ψήφους σε σύγκριση με τις ευρωεκλογές του 2014 και 10 χιλιάδες ψήφους συγκριτικά με αυτές του Σεπτέμβρη του 2015.
Το ΚΚΕ, η κύρια δύναμη της αριστεράς, εμφανίζει εικόνα περαιτέρω συρρίκνωσης του. Έχει απώλειες 50.000 ψήφους συγκριτικά με τις ευρωεκλογές του 2014 και περισσότερες από 2.000 ψήφους περίπου με αυτές του Σεπτέμβρη του 15 και τα ποσοστά του είναι 5,34% σε σχέση με το 6,11% του Μάη του 2014.
Στις εκλογές αυτές πέρα από τις οικονομικές και άλλες δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι λαϊκές μάζες που διευκόλυναν το ΣΥΡΙΖΑ να εμφανιστεί ως το μικρότερο κακό οι συνθήκες ήταν ιδιαίτερα ευνοϊκές. Ο ΣΥΡΙΖΑ απαξιωμένος και σε σοβαρή υποχώρηση, από τη Νέα Δημοκρατία δεν είχαν οι εργαζόμενοι να περιμένουν κάτι αφού φρόντισε να κάνει προεκλογικά σαφή τα σχέδια και παρόλα αυτά τα αριστερά κόμματα και οργανώσεις είχαν σημαντικές απώλειες, όταν παρά την πόλωση που δημιούργησαν ΣΥΡΙΖΑ και Νέα Δημοκρατία δεν έπαψαν οι εκλογές αυτές να είναι ευρωεκλογές και άρα η ψήφος σε αυτές να παραμένει σχετικά χαλαρή και ευνοϊκή για την αριστερά, όπως γνωρίζουμε δεκαετίες τώρα.
Οι δυνάμεις της αριστεράς και κυρίως το ΚΚΕ παρά τις φιλότιμες προσπάθειες σε καμία περίπτωση δεν μπόρεσαν να πείσουν και να συγκεντρώσουν τμήμα των δυσαρεστημένων, αντίθετα έχασαν ψήφους που συγκράτησαν σε πολύ δυσκολότερες συνθήκες. Είναι σαφές ότι δεν μπορούν να αρθρώσουν ένα πειστικό λόγο και μία τακτική που θα συσπειρώνει και θα πείθει ότι αξίζει τον κόπο η ενίσχυσή τους. Οι εργαζόμενοι τις αντιμετωπίζουν με μία σχετική αδιαφορία, ως τίμια πολιτικά σχήματα που δεν λένε άλλα τη μία μέρα και άλλα την άλλη, αλλά βρίσκονται σε άλλο μήκος κύματος σε σχέση με τις ανάγκες που διαμορφώνει η συγκυρία και φτάνουν να προτιμούν το Βαρουφάκη και την Κωνσταντοπούλου.
θα περιμένουμε τις επίσημες εκτιμήσεις τους για το εκλογικό αποτέλεσμα και για τις δικές τους επιδόσεις, αλλά ήδη πήραμε ένα δείγμα. Το ΚΚΕ θεωρεί το αποτέλεσμα θετικό, ότι ενισχύθηκε παρά την μείωση των δυνάμεών του, αφού όπως θεωρεί συναντήθηκε με νέο κόσμο που ήταν σε άλλα πολιτικά σχήματα και συμπορεύτηκε μαζί του, ότι και στις τρεις κάλπες είχε ενιαίο λόγο και επιχειρήματα, ότι ευρύτερα λαϊκά στρώματα το παρακολουθούν και στέκουν θετικά απέναντι του και σε τελική ανάλυση ότι παρά και είχε ιδιαίτερα δύσκολες συνθήκες που διεξήχθησαν οι εκλογές αυτό «άντεξε», «σταθεροποιείται». Ίδια αιτιολόγηση με αυτή που ακούσαμε τα περασμένα χρόνια. Δεν φαίνεται ότι υπάρχει καμία πρόθεση για μία βαθύτερη εξέταση και συζήτηση των αιτιών που οδηγούν σταθερά χρόνο το χρόνο και θα προσθέταμε δεκαετία τη δεκαετία όλο και πιο χαμηλά ένα κόμμα που έπαιξε σημαντικό ρόλο για δεκαετίες και σε ορισμένες στιγμές έβαλε τη σφραγίδα του στις εξελίξεις και σήμερα δεν τις επηρεάζει καθόλου.
Οι εκλογές αυτές εμφάνισαν με σαφήνεια τις αλλαγές, τη σημαντική στροφή που συμβαίνει στα πολιτικά πράγματα της χώρας ως αποτέλεσμα της διαφοροποίησης των συνθηκών και των διαθέσεων και της συμπεριφοράς του λαού. Στα πολιτικά πράγματα και στην πολιτική ζωή της χώρας συμβαίνει μία σοβαρή στροφή, διαμορφώνονται νέα δεδομένα και όροι πολιτικής δράσης και η ανάγκη γρήγορης προσαρμογής σε αυτά είναι επιτακτική.
Θεωρούμε ότι οι συνθήκες που διαμορφώθηκαν την εποχή των μνημονίων τροποποιούνται πλέον βαθιά.
Η μακρόχρονη συσσώρευση των αντιθέσεων και της δυσαρέσκειας πλατειών κοινωνικών δυνάμεων και το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης το 2010, η πολιτική που εφάρμοσαν οι κυβερνήσεις και η Ευρωπαϊκή Ένωση και οδήγησαν στη φτωχοποίηση και τη συντριβή της πλειοψηφίας του λαού, δημιούργησαν νέα δεδομένα σε σχέση με τις προηγούμενες δεκαετίες και τροποποίησαν βαθιά τη συμπεριφορά και τις διαθέσεις του λαού. Οι αγωνιστικές διαθέσεις ανέβηκαν κατακόρυφα, ευρύτατα τμήματα της εργατικής τάξης και γενικότερα των εργαζομένων κινητοποιήθηκαν, έκοψαν τους δεσμούς τους με τις παραδοσιακές δυνάμεις του δικομματισμού που είχαν τεράστιες ευθύνες, τα κόμματα αυτά διασπάστηκαν και δημιουργήθηκαν πλήθος μικρότερα κόμματα και οργανώσεις κάθε κατεύθυνσης και συμπεριφοράς με κύριο χαρακτηριστικό την καταγγελία των μνημονίων και των αστικών πολιτικών δυνάμεων. Τα μικρά αυτά κόμματα άντεξαν αρκετά χρόνια. Τα διλήμματα που παραδοσιακά έθεταν οι κυρίαρχες δυνάμεις δεν ήταν πλέον αποτελεσματικά, τα κόμματα του δικομματισμού εισέπρατταν το ανάθεμα για την πολιτική τους και οι ψηφοφόροι μαζικά προσανατολίζονταν στα μικρά κόμματα. Τη συμπεριφορά αυτή τη θεωρούσαν προοδευτική, ενώ την υποστήριξη των κυβερνητικών κομμάτων αντιδραστική μούχλα.
Οι συνθήκες αυτές έδιναν μεγάλες δυνατότητες δράσης στα κόμματα της Αριστεράς και στο εργατικό και λαϊκό κίνημα. Οι συνθήκες αυτές όμως δεν διατηρούνται για μεγάλο χρονικό διάστημα, συνήθως είναι σύντομες, κορυφώνονται και κάποια στιγμή υποχωρούν, η κοινωνική και πολιτική ζωή εισέρχεται σε μια «κανονικότητα», όπως συνηθίζεται να λέμε σήμερα. Αργοί ρυθμοί των εξελίξεων, οι πρωτοβουλίες στην πολιτική σκηνή περιέρχονται ουσιαστικά στις κυρίαρχες δυνάμεις. Από τις εκλογές του 2012 και ύστερα ως το δημοψήφισμα και την καταδίκη των παραδοσιακών κομμάτων του δικομματισμού και της πολιτικής του κεφαλαίου, τότε που η ψήφος στα μικρότερα κόμματα φάνταζε ως κάτι σύγχρονο και προοδευτικό περνούμε στην αδυναμία να διατηρήσουν τα κόμματα αυτά τις δυνάμεις τους, είναι ιδιαίτερα ευάλωτα και η παρένθεση κλείνει.
Οι πρόσφατες ευρωεκλογές σήμαναν το οριστικό τέλος αυτής της περιόδου.
Οι δυνάμεις της αριστεράς που βρίσκονται στον αντίποδα του συστήματος στις συνθήκες που η κατάσταση γίνεται ιδιαίτερα ρευστή και οι εξελίξεις επιταχύνονται είτε έχουν την επάρκεια και την προετοιμασία να ανταποκριθούν στα δεδομένα αυτά και να τεθούν επικεφαλής του λαού στον αγώνα για βαθιές πολιτικές και κοινωνικές αλλαγές ή κυριαρχεί η ανεπάρκεια, ο φόβος και η πνευματική νωθρότητα οπότε οι δυνατότητες αυτές χάνονται.
Αυτό ακριβώς συνέβη στη χώρα μας στα χρόνια της κρίσης και της μεγάλης έξαρσης του εργατικού και λαϊκού κινήματος και φυσικά η αριστερά πλήρωσε βαρύ τίμημα για αυτό. Το πρόβλημα είναι ότι δεν φαίνεται το πάθημα να έγινε μάθημα, δεν έβγαλαν τα κατάλληλα συμπεράσματα και φαίνεται να συνεχίζουν στον ίδιο δρόμο.
Στις συνθήκες που διαμορφώνονται σήμερα τα δεδομένα διαφοροποιούνται πολύ.
Το αστικό πολιτικό σύστημα στερεώνεται σταδιακά και στις βουλευτικές εκλογές που έρχονται φαίνεται ότι θα κάνει ένα νέο σημαντικό βήμα σε αυτή την κατεύθυνση. Ο δικομματισμός έφτασε στις πρόσφατες ευρωεκλογές στο 57% και μάλιστα με χαλαρή ψήφο, αφού δεν κρινόταν άμεσα η διακυβέρνηση. Φαίνεται ότι θα ενισχυθεί και άλλο αφού τα διλήμματα θα κορυφωθούν, θα είναι αγώνας ζωής και θανάτου. “Ή θα έχουμε κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας του κ. Μητσοτάκη με υπουργούς του Γεωργιάδη και του Βορίδη και άλλους συνοδοιπόρους της ακροδεξιάς είτε θα έχουμε κυβέρνηση προοδευτική και δημοκρατική με κορμό το ΣΥΡΙΖΑ”, είναι το δίλημμα πού έθεσε με ωμό τρόπο ο πρωθυπουργός. Αντίστοιχα ο Κ. Μητσοτάκης θέτει το δίλημμα “συστράτευση με τη Νέα Δημοκρατία για να απαλλαγούμε από το ΣΥΡΙΖΑ”. Κανείς άλλος δεν χωράει ή ΣΥΡΙΖΑ ή Νέα Δημοκρατία. Στις συνθήκες αυτές οι κίνδυνοι για τα κόμματα της αριστεράς είναι μεγάλοι, κινδυνεύουν με ακόμη μεγαλύτερη συρρίκνωση.
Μπορεί τα μνημόνια τυπικά να τελείωσαν όμως ότι έφεραν είναι παρόν και θα είναι για πολύ. Τη μεγάλη λαϊκή αφαίμαξη θα την συνοδεύουν μόνο μικροπαροχές και επιδόματα και θέσεις εργασίας των 400 ευρώ, με σχέσεις εργασίας λάστιχο.
Η πρόσδεση στα ιμπεριαλιστικά σχέδια δυναμώνει και μάλιστα εμφανίζεται ως η μοναδική λύση για τη χώρα εν όψει των κινδύνων που ο ίδιος ο ιμπεριαλισμός διαμορφώνει στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο.
Η ΝΔ που προηγήθηκε 9,5% του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές δεν δίστασε προεκλογικά να ξεδιπλώσει τα νεοφιλελεύθερα αντιλαϊκά σχέδια της και κυρίως τη μεγάλη μείωση της φορολογίας του κεφαλαίου, τη μείωση των συντάξεων με το επιχείρημα ότι η οικονομία δεν αντέχει, τη μεγαλύτερη ελαστικοποίηση των σχέσεων εργασίας με δωδεκάωρα, κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου και ένταση της τρομοκρατίας, «νόμος και τάξη».
Αυτά θα είναι τα δεδομένα του επόμενου διαστήματος.
Ποια θα είναι η απάντηση της αριστεράς και του εργατικού κινήματος;
Θα συνεχίσει ο ενδοαριστερός εμφύλιος, θα αντιμετωπίζεται ως κύριος εχθρός η πιο κοντινή πολιτικά δύναμη;
θα συνεχίσει ο ανταγωνισμός ποιος θα υπερτερεί στις καταγγελίες και τα συνθήματα αντί να διαμορφωθεί ένα μαζικό ενωτικό αγωνιστικό ανατρεπτικό κοινωνικό και πολιτικό μέτωπο για την απόκρουση των σχεδίων του κεφαλαίου, την ανατροπή των μνημονιακών δεδομένων, την υπεράσπιση της ζωής του λαού και την επιδίωξη βαθιών αλλαγών στον ταξικό συσχετισμό σε βάρος των αστικών δυνάμεων;
Θα συνεχιστεί κατ’ ουσία η άρνηση των πολιτικών συμμαχιών και το «όστις θέλει οπίσω μου ελθείν»;
Αυτά είναι λίγα από τα ερωτήματα που θέτουν οι νέες συνθήκες και που πρέπει η αριστερά ολοκληρωμένα και έγκαιρα να απαντήσει αν δεν θέλει να μπει σε πολύ μεγαλύτερες περιπέτειες.
Πηγή : ergatikosagwnas
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου