Το ημερολόγιο έλεγε 2 του Οκτώβρη 1998, τη μέρα που η Λιλή Ζωγράφου έφευγε από τη ζωή. «Η αγαπημένη “Συβαρίτισσα”, η “γυναίκα που χάθηκε καβάλα στ’ άλογο”, η γυναίκα που όρθωσε το ανάστημά της σε πρέπει και επιταγές, η συγγραφέας που λάτρεψε τον Κάφκα και την Πράγα, η συγγραφέας που λατρεύτηκε από ένα φανατικό αναγνωστικό κοινό, η Λιλή Ζωγράφου έχασε τη μάχη, που επί μια βδομάδα έδινε με το θάνατο, στο Νοσοκομείο του Ηρακλείου. Στη γενέτειρα γη, άφησε την τελευταία της πνοή η ασυμβίβαστη γυναίκα, που σε όλη της τη ζωή πάλεψε, όπως η ίδια έλεγε, για την εσωτερική, την υπέρτατη ελευθερία». (1)
Η Λιλή Ζωγράφου γεννήθηκε στο Ηράκλειο Κρήτης, στις 17 του Ιούνη 1922, όπου πέρασε τα παιδικά της χρόνια. «Ο πατέρας της ήταν εκδότης εφημερίδας με ιδιαίτερα φιλελεύθερες ιδέες για την εποχή του και πάθος για τη δημοσιογραφία. Φοίτησε στο Λύκειο Κοραής και στο Καθολικό Γυμνάσιο των Ουρσουλίνων στη Νάξο. Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής φυλακίστηκε για αντιστασιακή δράση ενώ ήταν έγκυος και γέννησε στη φυλακή. Μετά την απελευθέρωση εργάστηκε ως δημοσιογράφος. Τη διετία 1953-1954 έζησε στο Παρίσι. Από τη θέση της δημοσιογράφου αντιτάχθηκε στη δικτατορία του Παπαδόπουλου.
Η Λιλή Ζωγράφου γεννήθηκε στο Ηράκλειο Κρήτης, στις 17 του Ιούνη 1922, όπου πέρασε τα παιδικά της χρόνια. «Ο πατέρας της ήταν εκδότης εφημερίδας με ιδιαίτερα φιλελεύθερες ιδέες για την εποχή του και πάθος για τη δημοσιογραφία. Φοίτησε στο Λύκειο Κοραής και στο Καθολικό Γυμνάσιο των Ουρσουλίνων στη Νάξο. Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής φυλακίστηκε για αντιστασιακή δράση ενώ ήταν έγκυος και γέννησε στη φυλακή. Μετά την απελευθέρωση εργάστηκε ως δημοσιογράφος. Τη διετία 1953-1954 έζησε στο Παρίσι. Από τη θέση της δημοσιογράφου αντιτάχθηκε στη δικτατορία του Παπαδόπουλου.
Οι μάζες φοβούνται τη λευτεριά
[…] Οι μάζες φοβούνται τη λευτεριά. Απεγνωσμένα ψάχνουν (όταν όλα έχουν καταρρεύσει) για έναν καινούργιο θεό ή τον εκπρόσωπό του που θα τους την στερήσει, αλλά που στην πραγματικότητα θα τις απαλλάξει από την ευθύνη του εαυτού τους.
[…] Πόσες φορές βρέθηκε ο άνθρωπος κοντά στην υποψία ότι δεν είναι οι θεοί που πρέπει ν αλλάξουν αλλά το σύστημα;
[…] Μία κοινή πίστη σώζει πάντα τις μάζες από την ανυπόφορη μοναξιά του ατόμου. Αλλά όσο δύσκολο είναι να τις ενώσεις κάτω από μια καινούργια προοδευτική ιδέα, τόσο εύκολο είναι να τις συνδέσεις μ ένα κοινό μίσος. Εναντίον ποιανού; Μα η μετριότητα βλέπει γύρω της τόσους εχθρούς! Γι αυτό η μάζα είναι πρόθυμη να υποστηρίξει μια θεότητα ή μια εξουσία που υπόσχεται το διωγμό της αδικίας και την αποκατάσταση της ισότητας. Το κακό είναι πως δεν ελέγχει ποιος της τα υπόσχεται όλα τούτα. Της αρκεί η πλάνη πως οι πάντες θα ισοπεδωθούν στο ανάστημα της δικής της μετριότητας. Και πως και οι άλλοι θα στερηθούν εκείνο που η ίδια φοβάται: την ελευθερία να ψηλώσουν.
[…] Οι μάζες εκπαιδευμένες να είναι άτολμες & δορυφορικές, καθηλώνονται ανίκανες και ν’ αντικρίσουν ακόμα το κενό. Ειδικά διαμορφωμένες έτσι, περιμένουν, προσφέροντας με την ανημποριά τους, το πρόσχημα. Αυτή είναι η στιγμή του καπάτσου ή αλλιώς του ηγέτη. Όταν οι παλιοί θεοί αποσύρονται, οι θρόνοι αναζητούν διάδοχο. Και μ ένα καλό χειρισμό ή δίχως καν χειρισμό, σχεδόν κάθε άχρηστο σακί κόκαλα μπορεί ν αναρριχηθεί στην άδεια θέση!…
(Από το ιστολόγιο της Κρυσταλίας Πατούλη, εδώ).
Στη λογοτεχνία πρωτοεμφανίστηκε το 1950 με τη συλλογή από νουβέλες «Αγάπη», γνωστή έγινε όμως εννιά χρόνια αργότερα με την έκδοση του βιβλίου της «Νίκος Καζαντζάκης, ένας τραγικός», μια απομυθοποιητική και ψυχαναλυτική προσέγγιση της προσωπικότητας του κρητικού συγγραφέα. Συζητήσεις προκάλεσε και το δοκίμιό της «Αντιγνώση: Τα δεκανίκια του καπιταλισμού» στο οποίο υποστήριξε τη θεωρία της περί του χριστιανισμού ως θεμελιακού όρου για την επικράτηση του καπιταλισμού ανά τον κόσμο. Το πιο γνωστό έργο της είναι το μυθιστόρημα «Η Συβαρίτισσα» με έντονα αυτοβιογραφικό χρώμα και εμφανείς επιρροές από τη νιτσεϊκή φιλοσοφία. Το θεατρικό έργο της «Τιμή ευκαιρίας για τον παράδεισο» παραστάθηκε το 1976 από τη Β΄ σκηνή του Εθνικού Θεάτρου».(2)
«Άνθρωπος χειμαρρώδης, χωρίς ταμπού στη γλωσσική της συμπεριφορά, η Λιλή Ζωγράφου, τόσο στα βιβλία της, όσο και στην προσωπική της ζωή, αρνήθηκε τον πεσιμισμό και δήλωνε τρελά ερωτευμένη με τη ζωή. Έρωτας για εκείνην ήταν η αιωνιότητα. Αντικαραμανλική και αντιπαπανδρεϊκή άσκησε άφοβα κριτική στην πολιτική ζωή. Είχε τη λεβεντιά της ειλικρίνειας και της αμεσότητας. Παντρεύτηκε τρεις φορές, αλλά διάλεξε να ζει μοναχικά».(3)
Έχουν εκδοθεί 24 βιβλία της μυθιστορήματα, νουβέλες, δοκίμια και θέατρο, με αλλεπάλληλες εκδόσεις, όπως: «Βιογραφία – Άπαντα Μ. Πολυδούρη» (1961), «Τι απόγινε εκείνος που ‘ρθε να βάλει φωτιά» (Θέατρο, 1972), «Αντιγνώση, Τα δεκανίκια του Καπιταλισμού» (1974), «17 Νοέμβρη 1973 – Η νύχτα της μεγάλης σφαγής» (1974), «Καρυωτάκης – Πολυδούρη, Η αρχή της αμφισβήτησης» (1977), «Επάγγελμα: πόρνη», «Η γυναίκα που χάθηκε καβάλα στ’ άλογο», «Η γυναίκα σου η αλήτισσα», «Νύχτωσε αγάπη μου, είναι χθες», «Παλαιοπώλης αναμνήσεων», «Πού έδυ μου το κάλλος», «Κάφκα, ο σύγχρονός μας» (1994), «Από τη Μήδεια στη Σταχτοπούτα, η ιστορία του φαλλού» (1998) κ.ά. Το μυθιστόρημά της «Η αγάπη άργησε μια μέρα» διασκευάστηκε και προβλήθηκε από την ΕΤ-1.
(1),(3) Ριζοσπάστης, Σάββατο 3 Οχτώβρη 1998
(2) Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών – Ελληνικό Κέντρο Βιβλίου
Πηγή : katiousa
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου